10 Απριλίου 2018

Η Οδύσσεια της Ελληνικής Βιομηχανίας. Παρουσίαση του Αλέξανδρου Οικονομίδη


Σήμερα θα επιχειρήσουμε να ιχνηλατήσουμε την οδύσσεια της ελληνικής βιομηχανίας, καθώς και κάτω από ποιες συνθήκες συντελέστηκε η όποια εκβιομηχάνιση, από τη  δημιουργία του ελληνικού κράτους μέχρι σήμερα.
Θα ήθελα να τονίσω, ότι η σημερινή μου παρουσίαση δεν φιλοδοξεί να είναι πλήρης με κάθε έννοια. 
Άλλωστε δεν είμαι ούτε ιστορικός ούτε και οικονομολόγος, ούτε είναι αυτός ο σκοπός της σημερινής μου παρουσίασης. 

Απλά είμαι ένας άνθρωπος, ο οποίος είχε και εξακολουθεί να έχει, άμεση εμπλοκή με τον μεταποιητικό κλάδο, τουλάχιστον τα τελευταία 37 χρόνια, έχοντας την τύχη κατ΄ αρχάς 
  • η κατάρτιση μου να προέρχεται από την μαθηματική επιστήμη,
  • αλλά το σπουδαιότερο να έχω ένα πατέρα, ο οποίος στην κατοχή μαθήτευσε και δούλεψε στοκαλυκοποιείο Μαλτσινιώτη (ΠΥΡΚΑΛ). Συμμετείχε στη δολιοφθορά  των κινητήρων των αεροσκαφών, με οργανωτή τον Γεώργιο Ιβάνοφ, το οποίο θεωρείται ως «το μεγαλύτερο σαμποτάζ του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου»[1]μια και αναφέρεται ότι προκάλεσε την πτώση άνω των 400 αεροσκαφών στην Κρήτη και στη Β. Αφρική. Η τύχη τον βοήθησε να δραπετεύσει από το εργοστάσιο, την ημέρα της αποκάλυψης της δολιοφθοράς και να γλυτώσει την εκτέλεση από το γερμανικό στρατοδικείο που συνεδρίασε την ίδια μέρα στο εργοστάσιο στις 5 Φεβρουαρίου 1943.  Μετά τις διάφορες εξορίες, στα μέσα της δεκαετίας του 1950, κατάφερε να ανοίξει ένα μικρό μηχανουργείο στου Ψυρρή, στο φωταγωγό της πολυκατοικίας, που ανεγέρθηκε από την αντιπαροχή του πατρικού του σπιτιού. Με αυτό πρόκοψε και σπούδασε τα τρία παιδιά του (ο αδελφός μου είναι καθηγητής στο Πάντειο πανεπιστήμιο). Ο ίδιος έγινε δάσκαλος, για τουλάχιστον δύο γενιές μαστόρων, που και αυτοί μετέπειτα προκόψαν και ανοίξανε τις δικές τους βιοτεχνίες .
Θα ήθελα να τονίσω, ότι η παρουσίαση μου σε βιομηχανικά προϊόντα, που κατά καιρούς παρήχθησαν στην Ελλάδα, δεν έχει την έννοια «Περασμένα μεγαλεία κοιτώντας τα να κλαις», αλλά αντίθετα θα ήθελα να δείξω ότι: 

1.   παρόλο την απουσία της δυτικού τύπου εκβιομηχάνισης, στην Ελλάδα παράγαμε όχι μόνο σύνθετα προϊόντα αλλά και σύνθετα σύγχρονα μηχανήματα, 
2.   σκοπός του οδοιπορικού αυτού είναι, να αναδείξουμε τους ουσιαστικούς λόγους της σημερινής οικονομικής, και όχι μόνον, κρίσης στην Ελλάδα, 
3.   και ότι εφόσον υπάρξουν οι όροι και οι αντίστοιχες προϋποθέσεις, ότι η Ελλάδα διατηρεί ακόμα την δυνατότητα για να σταθεί στο Παγκόσμιο στερέωμα, ως ισότιμο μέλος και όχι ως επαίτης όπως παρουσιάζεται σήμερα.

Καλούμαστε λοιπόν σήμερα να προσεγγίσουμε τα εξής ερωτήματα:
  1. Κάτω από ποιες συνθήκες συντελέστηκε η όποια εκβιομηχάνιση, από τη  δημιουργία του ελληνικού κράτους. 
  2. Ποια ήταν η συνεισφορά της μεταποίησης, στην ανάπτυξη της χώρας μας;
  3. Η περιορισμένη δυτικού τύπου εκβιομηχάνιση, που μέχρι σήμερα παρουσιάζεται σαν μειονέκτημα, με ποιους όρους και ποιες προϋποθέσεις μπορεί να γίνει πλεονέκτημα;
  4. Στις σημερινές συνθήκες παγκοσμιοποίησης, η Ελλάδα έχει ακόμα την δυνατότητα να υπερβεί την κρίση, επ' ωφελεία της κοινωνίας της;
  5. Σε συνθήκες ανάδυσης μιας Νέας Βιομηχανικής Επανάστασης, του Γερμανικού - Ευρωπαϊκού προγράμματος Industry 4.0, καθώς και της «οικονομίας της γνώσης», ποια είναι η θέση και το μέλλον των ελληνικών μεταποιητικών επιχειρήσεων;


TO ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Στη Ελλάδα οι γεωφυσικές συνθήκες, ήταν και είναι, πολύ διαφορετικές από αυτές που επικρατούσαν στην βορειοδυτική Ευρώπη. 
Δεν υπάρχουν οι απέραντες πεδιάδες και τα ποτάμια της Γερμανίας και της Γαλλίας, οι ορυζώνες της βόρειας Ιταλίας, τα μεγάλα βοσκοτόπια της Αγγλίας, της Ολλανδίας, της Ελβετίας και της Δανίας. 
Δεν συνέτρεχαν, επομένως οι συνθήκες για μια πρώιμη ανάπτυξη εκείνων των αγροτοβιομηχανικών κλάδων που συνετέλεσαν στην εκβιομηχάνιση της Δυτικής και της Κεντρικής Ευρώπης.

Από την ελληνική ύπαιθρο, έλειπαν οι στοιχειώδεις φυσικές προϋποθέσεις για μαζικές καλλιέργειες και μαζική παραγωγή βασικών προϊόντων. 
Έλειπαν δηλαδή, οι προϋποθέσεις μιας γεωργίας φεουδαλικής και αργότερα καπιταλιστικής, καθώς και μιας αντίστοιχης μεγάλης κτηνοτροφίας.

Επιπλέον, οι περισσότεροι γαιοκτήμονες και μεγαλοκτηματίες απουσίαζαν από τα κτήματά τους, τα οποία άλλωστε δεν τα καλλιεργούσαν οι ίδιοι με μισθωτή εργασία, αλλά τα παραχωρούσαν προς εκμετάλλευση σε χωρικούς, με διάφορες μορφές ενοικίασης ή μορτής[2]. Δεν είναι περίεργο επομένως, ότι δεν έδειξαν ενδιαφέρον για βιομηχανικές επιχειρήσεις.

Επομένως, σημαντικές συνέπειες της φεουδαλικής και της κεφαλαιοκρατικής οικονομίας, δεν επρόκειτο ποτέ να επέλθουν στην Ελλάδα: μεγάλοι γαιοκτήμονες, πλήθη ακτημόνων χωρικών, καλλιεργητές καθηλωμένοι στα κτήματα, είτε ως δουλοπάροικοι είτε ως μισθωτοί, μεγάλη μαζική καπιταλιστική κτηνοτροφία κ.ο.κ.

Τα προϊόντα που μπορούσαν να παραχθούν σε αυτό το φυσικό περιβάλλον, απαιτούσαν πολυέργεια, προσωπική φροντίδα και άνισα διεσπαρμένη απασχόληση, ανάλογα με την εποχή. 
Από την άλλη πλευρά, ο πληθυσμός της χερσονήσου και των νησιών, ήταν επί αρκετούς αιώνες μάλλον αραιός

Έτσι η ισχνότητα του πληθυσμού είχε δύο σημαντικές συνέπειες.
  1. Πρώτον, επέβαλλε την οργάνωση της παραγωγής γύρω από μονάδες μικρές, άρα οικογενειακές.
  2. Δεύτερον, δυσχέραινε τις μεγάλες γαιοκτητικές εκμεταλλεύσεις, οι οποίες προϋποθέτουν την ύπαρξη άφθονης εργατικής δύναμης.
Η οικογένεια ήταν το βασικό λειτουργικό στοιχείο όλων των συστημάτων παραγωγής που επικρατούσαν στην ύπαιθρο, από το Βυζάντιο έως τον 20ό αιώνα. 

Τα δύο βασικά προϊόντα που παρήγαγαν οι Έλληνες προς πώληση σε μακρινές αγορές, ήταν το ελαιόλαδο και το κρασί.  

Τόσο οι ελιές όσο και τα αμπέλια χρειάζονται μακριά και ζεστά καλοκαίρια για να ωριμάσουν. Ένα χωράφι με ελαιόδεντρα ή αμπέλια, συνήθως μπορούσε να παράγει μια ποσότητα λαδιού ή κρασιού προς ανταλλαγή, με πολύ περισσότερα σιτηρά, από ότι θα μπορούσε να παράγει το ίδιο αυτό κομμάτι γης. 

Έτσι αν ο Έλληνας παραγωγός κρασιού και λαδιού ήθελε να επιβιώσει, έπρεπε να αγοράζει και να πουλάει. Εξού και η μεγάλη σημασία των εμπορικών δεξιοτήτων στους Έλληνες αγρότες.

Για γεωγραφικούς λόγους, η καλλιέργεια των σιτηρών στην Ελλάδα ήταν πιο δαπανηρή και ποιοτικά μικρότερη, από ότι στις περιοχές της Μαύρης Θάλασσας και της Αιγύπτου. 

Κατα συνέπεια λοιπόν, από το 1630 περίπου μέχρι το 1821, οι κάτοικοι των ελληνικών πόλεων, από τη μια μεριά, και από την άλλη τα οινοπαραγωγά και ελαιοπαραγωγά ελληνικά χωριά κατά μήκος των ακτών του Αιγαίου, συνέπρατταν για να εκμεταλλευτούν τα σιτηρά που παρήγαγαν οι δουλοπάροικοι στις αχανείς πεδιάδες, δίπλα στη Μαύρη Θάλασσα. 

Ιστιοφόρα πλοία, συνήθως μικρά και επανδρωμένα με ελληνικά πληρώματα, συνέδεαν αυτές τις ανόμοιες περιοχές, σχηματίζοντας ένα όλο και πιο σφιχτοδεμένο ανταλλακτικό δίκτυο, που ρυθμιζόταν από τους νόμους της αγοράς.

Ναυτιλία, με λίγα λόγια, «κάθε φορτίο και μια επιχείρηση» - «το κέρδος ακολουθεί την σημαία»[3]

Ανάγεται στην παράδοση των εταιρειών, που συνιστούσαν οι έμποροι και καπετάνιοι στον 18ο και τον 19ο αιώνα, εταιρειών που μόνο σκοπό είχαν, ένα ταξίδι με ένα φορτίο και διαλύονταν αυτοδικαίως με το πέρας του ταξιδιού.
Ανάγεται επίσης και ειδικότερα στην ναυτοσυντροφική παράδοση, θεσμό εθιμικού δικαίου, που συνδύαζε την συμμετοχή των ναυτών στα κέρδη του ταξιδιού, με την κεφαλαιουχική πρωτοκαθεδρία του εμπόρου, την πατριαρχική εξουσία του καπετάνιου και ενίοτε, την διαιτησία του συμβουλίου των προεστών.

            ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
  • Αγρότες φτωχοί μεν αλλά προσαρμοστικοί και λίγο πολύ αυτάρκεις.
  • Έμποροι και κτηματίες εύποροι, ευέλικτοι και τελικώς, ανοικτοί στον έξω κόσμο.
  • Πλοιοκτήτες, μεγαλέμποροι και τοκιστές πλούσιοι ή και πάμπλουτοι, απλωμένοι όχι μόνο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία αλλά και στην διασπορά, στην Μεσόγειο, στην Μαύρη Θάλασσα και σε όλη την Ευρώπη.
Αυτές οι «αρχικές συνθήκες» διαμορφώθηκαν μεταξύ 16ου και 19ου αιώνα[4].
Αυτές θα «κληρονομήσει» το ελληνικό κράτος και αυτές θα συντελέσουν κατά πολύ στις μετέπειτα ιστορικές μεταλλαγές της οικονομίας, του κράτους και της κοινωνίας.
           

Στα 190 χρόνια από την ίδρυση του ελληνικού κράτους έχουν συμβεί[5]:

Επτά πόλεμοι
Επτά πτωχεύσεις
Τέσσερις εμφύλιοι
1821-1828 
1827
1824-6
1885-1886
1844
1831-2
1897
1893
1915-22 Διχασμός
1912 -1913
1922
1944-50
1917-1918
1932

1922
1943

1940
2012


δύο πληθωρισμοί, ένας υπερπληθωρισμός, επτά σοβαρές υποτιμήσεις του νομίσματος, επαναληπτικές οικονομικές κρίσεις, σύντομες περίοδοι ειρήνης, αλλά ταυτόχρονα με αδιάκοπες τις απειλές του πολέμου.



Μια Ανεκμετάλλευτη Ευνοϊκή Συγκυρία (1815-1870)

 Η περίοδος της πρώιμης Βιομηχανικής Επανάστασης, μεταξύ 1815 και 1870, ήταν ακόμα ευνοϊκή για την εκβιομηχάνιση μικρών, αγροτικών και «υπανάπτυκτων» χωρών όπως η Ελλάδα μετά το 1830.
Οι ανεπτυγμένες οικονομίες των μεγάλων δυτικών χωρών δεν είχαν ακόμη εισέλθει στην δεύτερη φάση της Βιομηχανικής Επανάστασης, δεν είχαν κατακλύσει ακόμη τις παγκόσμιες αγορές με τα προϊόντα και τα κεφάλαιά τους, δεν είχαν αναπτύξει ακόμη μεγάλη ατμοπλοΐα ούτε διεθνή σιδηροδρομικά, τηλεγραφικά και ηλεκτρικά δίκτυα.

Στην Ελλάδα, επομένως, η τεχνολογία που έπρεπε να εισαχθεί στην βιοτεχνία -αλλά και στην γεωργία- δεν ήταν τόσο προχωρημένη. Το ύψος των αναγκαίων κεφαλαίων για την δημιουργία βιομηχανιών δεν ήταν ακόμη απαγορευτικό. Οι  σιδηρόδρομοι και τα ατμόπλοια δεν είχαν ακόμη μειώσει το κόστος των διεθνών μεταφορών ούτε στην ξηρά ούτε στην θάλασσα. Επομένως, δεν ήταν ακόμη αξεπέραστη απειλή ο ανταγωνισμός της γεωργίας και της κτηνοτροφίας της Ρωσίας, της Βόρειας και της Νότιας Αμερικής. ούτε της βαριάς βιομηχανίας των Ηνωμένων Πολιτειών και ορισμένων δυτικοευρωπαϊκών χωρών.

Οι δυνατότητες αυτές, ήταν ανάλογες με εκείνες που είχαν ορισμένες άλλες χώρες και περιοχές, οι οποίες, στις δεκαετίες 1810-1830, δεν είχαν ακόμη εισέλθει στην πρώτη φάση της εκβιομηχάνισης τους: Δανία, Νορβηγία, Σουηδία, Αυστρία, Βοημία και οι αγροτικές γερμανικές χώρες.
Παραμένει το γεγονός, όμως, ότι μεταξύ 1815 και 1870 όλες είχαν την δυνατότητα να αναπτύξουν την βιομηχανία τους και όλες λίγο πολύ την ανέπτυξαν, εγκαίρως, ενώ στην Ελλάδα όλες οι βιομηχανίες ιδρύθηκαν μετά το 1860 ή και το 1870, όταν ο ανταγωνισμός των δυτικών ανταγωνιστών είχε πλέον καταστεί σχεδόν ακατανίκητος.

Μετά το 1870, η Ελλάδα έπρεπε πλέον να ενσωματωθεί σε ένα διεθνές σύστημα στο οποίο κυριαρχούσαν όχι μόνο τα εμπορικά και τραπεζικά δίκτυα του δυτικού καπιταλισμού, αλλά και οι βιομηχανίες του. Οι ελάχιστες και μικρές ελληνικές βιομηχανίες, σχεδόν νεογέννητες, δεν είχαν ακόμη προλάβει να επωφεληθούν από την προηγούμενη περίοδο χάριτος για να στερεώσουν την ανταγωνιστικότητά τους.

Μετά το 1880 έως και το 1896, η «Μεγάλη Ύφεση» και η πτώση τιμών όξυνε τον ανταγωνισμό των Δυνάμεων, μεγάλων και μικρών. Από το 1882 και ύστερα, όταν τα κέρδη της βιομηχανίας μειώθηκαν καθέτως, ο ανταγωνισμός των δυτικών προϊόντων έγινε ακόμη σκληρότερος για την ελληνική βιομηχανία. 
Η χώρα έπρεπε να περιμένει την επόμενη ευνοϊκή συγκυρία: τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα.


Μέχρι το 1860 η βιομηχανική ανάπτυξη ήταν εξαιρετικά περιορισμένη. 

Παρά την εσωτερική μετανάστευση, η συρροή των χωρικών στις πόλεις δεν αρκούσε για να τροφοδοτήσει την εκβιομηχάνιση. 

Στις πόλεις μετανάστευαν, όχι μόνο οι λιγότερο φτωχοί, αλλά και οι λιγότερο φτωχοί που όμως, δεν ήταν πρόθυμοι να εργαστούν στην βιομηχανία. 
Διότι, απλούστατα, δεν ήταν το κυνηγημένο κι εξαθλιωμένο αγροτικό προλεταριάτο, που είχε τροφοδοτήσει την Βιομηχανική Επανάσταση σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. [6]

Αυτοί οι εσωτερικοί μετανάστες τροφοδότησαν τα μικροαστικά στρώματα της χώρας, που διογκώνονταν όλο και περισσότερο από τις αρχές έως τα τέλη του 20ου αιώνα.

O Πειραιάς είναι η ίδια η βιομηχανική ιστορία του τόπου μας.



Δεν είναι τυχαίο ότι εκεί ιδρύεται το 1860, το πρώτο μηχανουργείο, του Βασιλειάδη, που είναι κατά την ίδρυση του και το μεγαλύτερο εργοστάσιο του τότε περιορισμένου νεοελληνικού κράτους. 
Η νέα επιχείρηση κολοσσός περιλάμβανε ένα ξυλουργείο -καρεκλοποιείο και ένα μηχανοποιείο.




Στα 1874, ιδρύεται το μηχανουργείο «Ήφαιστος» του Σκοτσέζου Τζον Μακ Δούαλ.[7]





Οι πρώτοι πελάτες των δύο αρχαιότερων μηχανοποιείων του Πειραιά, στρατολογούνται ανάμεσα στις τάξεις των ιδιοκτητών των πρώτων ατμοκίνητων εργοστασίων, που ιδρύονται στη διάρκεια της δεκαετίας του 1870.





Τα ελληνικά μηχανοποιεία αρχικά περιορίζονται στην κατασκευή των απλούστερων σχετικά μερών, όπως είναι οι λέβητες και οι χυτοσιδηρές βάσεις, για να περάσουν αργότερα στην κατασκευή των υπολοίπων τμημάτων των ατμομηχανών για τα ατμοκίνητα ελαιοτριβεία.





Το 1883 έγινε στην Ερμούπολη, η πρώτη καθέλκυση ατμόπλοιου, με μηχανή ελληνικής κατασκευής, κατασκευασμένη στο μηχανοποιείο ΜακΔούαλ. το ατμόπλοιο Ελπίς με μηχανή 35 ίππων. Τα ατμόπλοια αυτά έχουν ξύλινο σκάφος.
Τον Μάρτιο του 1891, καθελκύεται το πρώτο «σιδηροχαλύβδινο» πλοίο από τους ΜακΔούαλ και Βαρβούρ (συμπατριώτης και συνέταιρος), το ατμόπλοιο Θεσσαλονίκη, μήκους 140 ποδών, χωρητικότητας 400 τόννων, με μηχανή κομπάουντ που επιτρέπει ταχύτητα 11 μιλίων.

Το 1893 το ίδιο μηχανουργείο κατασκεύασε το πρώτο μεταλλικό ατμοκινούμενο με άξονα προπέλας πλοίο στη Σύρο, το επιβατηγό «Αθηνά» - που έκανε ταξίδια στο Σαρωνικό μέχρι τουλάχιστον το 1939». Σε διαφήμιση της  19 Ιουνίου 1914, βλέπουμε ότι έκανε δρομολόγια Αίγινα, Μέθανα, Πόρο, Ύδρα, Σπέτσες, Πόρτο Χέλι, Λεωνίδιο, Παράλια Άστρους και Ναύπλιο[8]

Το 1893 ο Βασιλειάδης έχει κι αυτός καθελκύσει ένα τουλάχιστον ατμόπλοιο με μεταλλικό σκάφος.[9]

Την ίδια εποχή ιδρύθηκαν το εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας των αδελφών Ρετσίνα (1872-1979), τα μηχανουργεία του Νικολάου Αργυρίου, των αδελφών Κούππα (1882 - 1987), του Ροντήρη - Στρουμπούλη (1923), του Δράκος Πολέμης που κατασκεύαζε τις περίφημες αντλίες, του Αξελού και του Μαλκότση(1934-1991) που κατασκεύασαν τις πρώτες πετρελαιο-μηχανές και το πρώτο ελληνικό τρακτέρ, του Δαμασκινού, του Περράκη, του Μιλιόνη, του Σωτηρόπουλου, του Καουκάκη, του Ζούλια, του Λαλιάμου, του Πετσάλη, των αδελφών Μυτιληναίου, του Κορφιάτη και πάρα πολλά άλλα.















  

Το εργοστάσιο Λιπασμάτων στη Δραπετσώνα, ιδρύθηκε το 1909 από τον Νικόλαο Κανελλόπουλο. Το εργοστάσιο Λιπασμάτων κυριαρχούσε στην οικονομική ζωή του Πειραιά έως και το 1946, που αγοράσθηκε από τον Μποδοσάκη-Αθανασιάδη.



Το 1883 λειτουργούν περί τα 30 εργοστάσια που απασχολούν 3.000 εργάτες. Από αυτούς οι 750 απασχολούνται στα 4 πειραϊκά μηχανουργεία των Γ. Βασιλειάδη (300), Τζων Μάκ Δούαλ (300), Ν. Αργυρίου (100) και Αχιλ. Κούππα (50). Τα ημερομίσθια των εργαζομένων στα μηχανουργεία, που είναι και τα υψηλότερα όλων, κυμαίνονται σε 7 - 8 δρχ. για τους εργατοτεχνίτες, σε 4,50 - 5 δρχ για τους απλούς τεχνίτες και σε 3,50 - 4 δρχ. για τους εργάτες. Παρατηρείται από πολύ νωρίς η ίδρυση νέων μικρών επιχειρήσεων, από παλιούς τεχνικούς των μεγάλων μηχανοποιείων.[10]Γίνεται εμφανές ότι η ανάπτυξη της ατμήρους ναυτιλίας, δεν γιγάντωσε τις μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου, αλλά προκάλεσε την εμφάνιση πολλών μικρών.
«Το γεγονός ότι από τις απαρχές της εκβιομηχάνισης, δεν απαντούμε πολλά χειροκίνητα εργαστήρια που να συγκεντρώνουν σημαντικό αριθμό εργατών, αλλά αντίθετα, παρατηρούμε γρήγορη σχετικά διάδοση της μηχανής, μπορεί να εξηγηθεί από την περιορισμένη διαθεσιμότηταεργατικών χεριών.  Η βιομηχανία που γεννιέται δεν διαθέτει απεριόριστες μάζες «εξαθλιωμένων» που να συρρέουν στις πόλεις σε αναζήτηση μιας οποιασδήποτε απασχόλησης - οι άνθρωποι προτιμούν να ξενιτεύονται, για να κάνουν τις πιο άχαρες δουλειές, παρά να «προλεταριοποιούνται» στον δικό τους τόπο.»[11] Μαζί με τα πολλά μηχανουργεία δημιουργήθηκαν και οιξακουστές ιστορικές τεχνικές σχολές μηχανικών, του Προμηθέα, του Αρχιμήδη, και του Πειραϊκού Συνδέσμου, η Σιβιτανίδειος σχολή στην Καλλιθέα.... 


Περίοδος μεταξύ 1880 και 1892: 

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΚΡΙΣΙΜΗ ΜΑΖΑ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ

Σύμφωνα με μια γνωστή (και παρωχημένη) θεωρία, για να πραγματοποιηθεί μια πρώτη εκβιομηχάνιση, για να επιτευχθεί ότι αποκαλούν ορισμένοι, «απογείωση» της οικονομίας, απαιτείται να επενδυθεί στην οικονομία, μέσα σε σχετικά σύντομη χρονική περίοδο, μια κρίσιμη μάζα κεφαλαίου.
Τα θεωρήματα αυτού του τύπου και τα συμπεράσματά τους είναι σχηματικά και ανυπόστατα, και γι' αυτό παρωχημένα.

Η Ελληνική περίπτωση είναι ένα καλό παράδειγμα των ελαττωμάτων αυτής της θεωρίας.

Παρά την συνολική αξία των σιδηροδρομικών επενδύσεων, που πραγματοποιήθηκαν την περίοδο αυτή, αυτές δεν ενίσχυσαν την εκβιομηχάνιση.[12]

Θα μπορούσε να υποστηριχθεί, ότι η αναλογία των επενδύσεων που πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα, στην περίοδο μεταξύ 1880 και 1892, των 13 ετών, ήταν περίπου επαρκής για να δώσει μια πρώτη ώθηση στην εκβιομηχάνιση και να εκκινήσει την οικονομική «απογείωση» της χώρας.

Στην ελληνική περίπτωση, οι προϋποθέσεις αυτές δεν συνέτρεξαν, μια και την δωδεκαετία αυτή, ακολούθησε η παύση πληρωμών και η βαθιά κρίση των ετών 1893-1898. 
Η ποσοτική επάρκεια των επενδύσεων, και αν ακόμα υπάρχει, δεν αρκεί για να θεμελιώσει την συμβολή τους στην εκβιομηχάνιση.

Αναγκαία (αλλά όχι επαρκής) συνθήκη για την εκβιομηχάνιση μιας χώρας, είναι να πραγματοποιηθεί, για σειρά ετών ένα σύνολο επενδύσεων, κυρίως στην μεταποίηση και δευτερευόντως στην υποδομή της οικονομίας.


Ελευσίνα και ο λεγόμενος «Κύκλος της Ζυρίχης»
Στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού, μια χούφτα χαρισματικών πεφωτισμένων Ελλήνων αστών, αφού αποφοίτησαν από το Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης, εγκαταστάθηκαν σε μια Ελλάδα, που προσπαθούσε ακόμα να αφομοιώσει τις μεταρρυθμίσεις του ορθολογιστή Τρικούπη. Αυτοί έφτιαξαν και τις πρώτες μεγάλες βιομηχανίες, έχοντας πάντα στο μυαλό τους ένα γενικότερο στρατηγικό σχέδιο και το βλέμμα στο εξωτερικό.
Αυτοί οι σκαπανείς του επιχειρείν, οι πρώτοι «εθνικοί» βιομήχανοι έφτιαξαν τις μονάδες τους στην Ελευσίνα.

Ο Επαμεινώνδας Χαρίλαος ο οποίος ίδρυσε το Σαπωνοποιείο και Ελαιουργείο Ελευσίνας.

.
Ο Νικόλαος Κανελλόπουλος μαζί με τον Ανδρέα Χατζηκυριάκο, ο οποίος μετέπειτα υπήρξε και ιδιοκτήτης του Ηρακλή, ιδρύσανε  την τσιμεντοβιομηχανία του Τιτάνα








Ο Λεόντιος Οικονομίδης υπήρξε ιδρυτής και συνιδρυτής πλείστων εμπορικών και βιομηχανικών εταιρειών, όπως της Εταιρείας Οινοπνευματοποιίας Ελευσίνας, που μετέπειτα μετονομάσθηκε σε Βότρυς, της Εταιρείας Τσιμέντων «ΤΙΤΑΝ», της εταιρείας Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων, της Αγγειοπλαστικής Εταιρείας «Κεραμεικός».  


Ο Λεόντιος Οικονομίδης μαζί με τον αδελφό του Σπήλιο ιδρύσανε τέλος την «Χρωματουργεία Πειραιώς», γνωστότερη ως «ΧΡΩΠΕΙ»




Ο σπουδαίος μηχανικός Παύλος Σαντορίνης καινοτόμησε στην κατασκευή του εργοστασίου Κρόνος











Ο Μενέλαος Σακελλαρίου έφτιαξε το Εργοστάσιο Βερνικιών και Χρωμάτων Ιρις.








Καθόλου συγκυριακά, οι μορφωμένοι αυτοί επιχειρηματίες επέλεξαν αρχαία ονόματα για τα εργοστάσιά τους.


Περίοδος μεταξύ 1897 και 1911  

Το 1897, στο τέλος του αξιοθρήνητου ελληνοτουρκικού πολέμου, η Ελλάδα βρισκόταν σε άθλια οικονομική κατάσταση. 
Χρωστούσε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία πολεμική αποζημίωση 100.000.000 φράγκων, όσο τα φορολογικά έσοδα δύο ετών. Οι προϋπολογισμοί ήταν μονίμως ελλειμματικοί. Το κράτος είχε ήδη κηρύξει παύση πληρωμών από το 1893. 
Η αδιάθετη παραγωγή της αμπελουργίας σάπιζε στην ύπαιθρο.

Στα 14 χρόνια όμως που ακολούθησαν, μεταξύ 1897 και 1911, συνέβη ένα μικρό «οικονομικό θαύμα». Βελτιώθηκαν τα οικονομικά του κράτους, μειώθηκαν κατά πολύ τα ελλείμματα των Προϋπολογισμών και ο δημόσιος δανεισμός περιορίστηκε δραστικά. Οι επιδώσεις της ιδιωτικής οικονομίας ήταν εξ ίσου καλές. Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν αυξανόταν στην περίοδο αυτή κατά 4,2% ετησίως (μέσος όρος σε αποπληθωρισμένες τιμές).

Το μικρότερο μερίδιο από την αύξηση είχε η αγροτική παραγωγή. Η αύξηση ήταν πολύ μεγαλύτερη στους άλλους δύο τομείς, της μεταποίησης και των υπηρεσιών. Στον δευτερογενή τομέα ιδρύθηκαν πολλές νέες βιομηχανίες και βιοτεχνίες.

To δε εσωτερικό εμπόριο αναδιοργανώθηκε χάρη στην λειτουργία χιλιάδων νέων, μικρών επιχειρήσεων, οι εξαγωγές αυξήθηκαν και βελτιώθηκε το εμπορικό ισοζύγιο. Η μεταβολή ήταν θεαματικότερη στην ναυτιλία και τις τράπεζες.


Η ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ: 1912-1922 
Από το 1911 έως το 1923, η χώρα υπερδιπλασίασε την έκτασή της και τον πληθυσμό της (από 2,7 εκ. σε 6 εκ.). Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, αλλά και ο 1ος παγκόσμιος πόλεμος, χάρισαν στην Ελλάδα νέα εδάφη, πλουτοπαραγωγικούς πόρους, αυτοπεποίθηση και μεγάλες προσδοκίες ― ιδίως οικονομικές.

Στην βιομηχανία, που διαθέτουμε ποσοτικά στοιχεία, ο αριθμός των βιομηχανιών και των βιοτεχνιών υπερδιπλασιάζεταικαι στην εικοσαετία 1900-1920, ο αριθμός των εργατών στην μεταποίηση τετραπλασιάζεταικαι η συνολική ιπποδύναμη του τομέα σχεδόν επταπλασιάζεται.
Τέλος, μεταξύ 1913 και 1921, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν αυξήθηκε κατά μέσον όρο σε ποσοστό περίπου 5% τον χρόνο, ποσοστό ακόμη μεγαλύτερο από αυτό της περιόδου 1897-1911. 


Μεσοπόλεμος 1923-1940   
                                
Στην δεκαεπταετία 1923-1940, διαμορφώθηκαν ταυτοχρόνως ευνοϊκές αλλά και δυσμενείς συνθήκες για την βιομηχανία.

Οι ευνοϊκές, ήτανο κρατικός προστατευτισμός και η έλευση του πλήθους των προσφύγων. 
Οι πρόσφυγες πράγματι προσέφεραν εργατικό δυναμικό στην ελληνική βιομηχανία, αλλά η κυριότερη «συνεισφορά» τους ήταν η αύξηση της ζήτησης για στοιχειώδεις εμπορικές και άλλες υπηρεσίες, για στεγαστικές κατασκευές, καθώς και για βασικά βιομηχανικά προϊόντα, δηλαδή για εκείνα τα προϊόντα που ήταν δυνατόν να παραχθούν άμεσα στην Ελλάδα: βασικά επεξεργασμένα είδη διατροφής, φθηνά υφαντουργικά προϊόντα, οικοδομικά υλικά κ.λ.π.
Δυσμενείς ήταν βασικά η κρίση του 1929 και η παγκόσμια ύφεση που ακολούθησε, που είχαν αρνητικές επιπτώσεις στην βιομηχανία, διότι έκλεισαν πολλές εξαγωγικές διεξόδους.

Η μεγάλη ανάπτυξη της ελληνικής βιομηχανίας ουσιαστικά ξεκινά το 1923,  με την ψήφιση του νόμου 2948/1.922 «περί προαγωγής της Βιομηχανίας και Βιοτεχνίας». 
Είναι η πρώτη φορά, αλλά δυστυχώς και η τελευταία, που το ελληνικό κράτος εφαρμόζει βιομηχανική πολιτική, με σκοπό την ανόρθωση της βιομηχανίας, προβλέποντας μάλιστα στο άρθρο 16 την προτίμηση των εγχωρίων βιομηχανιών κατά τη διενέργεια των κρατικών προμηθειών.[14][15]

Η άνοδος του δείκτη της παραγωγής του κλάδου βιομηχανιών μετά το 1934, οφείλεται κατά κύριο λόγο στην ανάπτυξη της πολεμικής βιομηχανίας.

Δείκτης Βιομηχανικής παραγωγής 1928-1938[16]            
                        

Σε Μηχανολογικές βιομηχανίες
1928
100
1934
137,15
1935
415,12
1937
603,45
1938
681,75

Η μεγάλη ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής στην Ελλάδα, κατά την διάρκεια του μεσοπολέμου, καταγράφεται εντυπωσιακά στον παρακάτω πίνακα που συνέταξε η τότε Κοινωνία των Εθνών.

Επιπτώσεις της Μεγάλης Ύφεσης[1]: Μεταβολές της βιομηχανικής παραγωγής κατά τη δεκαετία του 1930 (σε ποσοστό %)
(Περιλαμβάνεται και ο κατασκευαστικός τομέας όπως και η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας)


1932 έναντι 1929
1937 έναντι 1929
Ομάδα Ι


Ιαπωνία
-2
71
Ελλάδα
1
51
Φιλανδία
-17
49
Σουηδία
-11
49
Ουγγαρία
-23
37
Δανία
-9
34
Ρουμανία
-11
32
Νορβηγία
-7
28
Ηνωμένο Βασίλειο
-17
24
Ομάδα ΙΙ


Γερμανία
-42
16
Αυστρία
-39
6
Ομάδα ΙΙΙ


Καναδάς
-42
0
Ιταλία
-33
-
Τσεχοσλοβακία
-36
-4
Βέλγιο
-31
-6
ΗΠΑ
-46
-8
Ολλανδία
-38
-9
Ομάδα ΙV


Πολωνία
-46
-15
Γαλλία
-31
-28

Παρατηρούμε λοιπόν ότι η Ελλάδα είναι παγκόσμια 2η στην ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής με 51%, πίσω μόνο από την Ιαπωνία 71% και πολύ μπροστά από το Ηνωμένο Βασίλειο 24%, τη Γερμανία με μόλις 16%, λίγο πριν από την κήρυξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου,  ενώ ακολουθούν με αρνητικά ποσοστά οι ΗΠΑ -8% και ουραγός η Γαλλία με -28%, οι τράπεζες της οποίας ενώ κατείχαν τον περισσότερο πλούτο στην Ευρώπη, προτιμούσαν να χρηματοδοτούν την γερμανική βιομηχανία αντί της γαλλικής[2].



[1]Πηγή: Κοινωνία των Εθνών, La production mondiale et les prix (1937-1938).
[2]David S. Landes: Ο Προμηθέας Χωρίς ΔεσμάΤεχνολογική  Αλλαγή και Βιομηχανική Ανάπτυξηστη Δυτική Ευρώπη από το 1750 μέχρι σήμερα.εκδ. ΕΤΒΑ. 
Η Γαλλία ήταν η μόνη από τις μεγάλες ευρωπαϊκές βιομηχανικές δυνάμεις, στην οποία το διάστημα 1933-1935 σημειώθηκε πτώση του εθνικού προϊόντος και της βιομηχανικής παραγωγής. Διότι οι Γάλλοι -ωσάν άλλοι λάτρεις των χρυσών ειδώλων-, παραμένοντας προσκολλημένοι στον Κανόνα χρυσού, ξέχασαν πως η αξία του νομίσματος δεν καθορίζεται από το χρυσό που υπάρχει στα θησαυροφυλάκια, αλλά από τα αγαθά που μπορεί να αγοράσει
H Βρετανία δεν βυθίστηκε τόσο πολύ, επειδή ήταν ήδη μισοβυθισμένη. 
Η Βρετανία μπόρεσε να αντεπεξέλθει καλύτερα στην κρίση, λόγω εξόδου από τον κανόνα του χρυσού, της υποτίμησης της λίρας και την παροχή φθηνού χρήματος με ευνοϊκά αποτελέσματα στις εξαγωγικές βιομηχανίες. σελ. 422, 428



Μιλώντας βέβαια για την πολεμική βιομηχανία στην Ελλάδα του μεσοπολέμου, εννοούμε ουσιαστικά μία μόνο ιδιωτική επιχείρηση, την Α.Ε. Πυριτιδοποιείου και  Καλυκοποιείου, υπό την διεύθυνση του Μποδοσάκη (Πρόδρομο) Αθανασιάδη. Η Α.Ε. Πυριτιδοποιείου και  Καλυκοποιείου (ΠΥΡΚΑΛ) προέκυψε από την συγχώνευση το 1908,του Ελληνικού Πυριτιδοποιείουμε το καλυκοποιείο Αδελφοί Μαλτσινιώτη. Το 1934 η Εθνική Τράπεζα μεταβίβασε τις μετοχές της και τον έλεγχο της εταιρείας στον Μποδοσάκη.
   
                     

Δυστυχώς τα 17 χρόνια του ελληνικού Μεσοπολέμου ήταν πολύ λίγα
Η ενεργειακή υποδομή της χώρας δεν αναπτύχθηκε ούτε σε αυτήν την περίοδο. 
Η απογείωση της ηλεκτροπαραγωγής δεν επρόκειτο να επιτευχθεί πριν από την δεκαετία του 1950. 
Σε σύγκριση με το 1910, η οικονομία του 1940 ήταν διαφορετική, αλλά δεν έμοιαζε και πολύ με τα δυτικά της πρότυπα. Η Ελλάδα του 1940, δεν ήταν η Ελλάδα του 1910· αλλά δεν ήταν ούτε αυτή που οραματίστηκε ο Βενιζέλος με κριτήριο το φιλελεύθερο βρετανικό πρότυπο, ούτε αυτή που προσπάθησε ματαίως να φτιάξει ο Μεταξάς, μιμούμενος συλλήβδην τα πρότυπα της Γερμανίας του Μπίσμαρκ, της Ιταλίας του Μουσολίνι και της Γερμανίας του εθνικοσοσιαλισμού.


Η διόγκωση του δημοσίου χρέους και το τραπεζικό σύστημα.           
Η συνήθης πρακτική που ακολουθούσαν διεθνώς οι βιομήχανοι εκείνης της εποχής, ήταν να ξεκινούν με χαμηλές ακινητοποιήσεις σε πάγια και να επεκτείνονται με αυτοχρηματοδότηση από τα κέρδη τους.

Τα επιτόκια των ομολόγων του Δημοσίου ήταν μονίμως υψηλά, σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, κυρίως λόγω της κρατικής ζήτησης για δανειακά κεφάλαια.
Το κράτος ήταν ο μεγαλύτερος πελάτης των τραπεζών. 
Ήταν όμως και ο μεγαλύτερος «αγοραστής» ιδιωτικών κεφαλαίων.

  • Μεταξύ 1848 και 1851 η «δημόσια πελατεία» της Εθνικής, κράτος, δήμοι και Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, απορροφούσε κατά μέσον όρο το 3% των χορηγήσεών της.
  • Το 1877-80 το ποσοστό αυτό αυξήθηκε στο 41%
  • το 1895-98 στο 62%
  • το 1907-10 στο 42%
  • 1919-1922 στο 77%
  • 1925-28 στο 52% 
  • 1937-40 στο 23%. [17]
Η τραπεζική χρηματοδότηση περιοριζόταν αποκλειστικώς σε μεσαίες και μεγάλες βιομηχανίες που πληρούσαν τέσσερα κριτήρια:

1. είχαν επαρκές μέγεθος·
2. απολάμβαναν ή προσδοκούσαν σχετικώς υψηλό βαθμό μονοπωλίου στην αγορά·
3. η αξία των υποθηκευμένων στις τράπεζες εγκαταστάσεων τους ήταν πολλαπλάσια από το ύψος των δανείων που έπαιρναν·
4. οι ιδιοκτήτες τους ήταν συνήθως ισχυρά πρόσωπα στην κοινωνική ιεραρχία της χώρας.
Τα τέσσερα αυτά κριτήρια έγιναν βαθμιαίως κανόνες απαράβατοι μιας στρατηγικής που έμελλε να απολιθωθεί.[18]


Το τέλος της ελληνικής «μεγάλης» βιομηχανίας

Οι επιπτώσεις του Β' Παγκοσμίου πολέμου στο συνολικό προϊόν, 
τον πληθυσμό και το κατά κεφαλή προϊόν (οι τιμές του 1945 σε σχέση με αυτές που αντιστοιχούν στο έτος που αναγράφεται στην αριστερή στήλη)


Κράτη
Προϊόν     
Πληθυσμός      
Κατά κεφαλήν προϊόν
Ηνωμένο Βασίλειο, εθνικό εισόδημα, 1937
115
104
111
Γαλλία, εθνικό εισόδημα, 1937
54
95
57
ΕΣΣΔ, ακαθάριστο εγχώριο προϊόν, 1940
82[1944]
90
91
ΗΠΑ, ακαθάριστο εγχώριο προϊόν, 1939
172
107
161
Δυτική Γερμανία, καθαρό εγχώριο προϊόν, 1936
94[1948]
121
78[1]
Ιταλία, εθνικό εισόδημα, 1939
49
104
47
Αυστρία, ακαθάριστο εγχώριο προϊόν, 1938
85[1948]
104
30
Ελλάδα, καθαρό εγχώριο προϊόν, 1938
31
104
30
Ολλανδία, εθνικό εισόδημα, 1937
52
108
48
Ελβετία, καθαρό εγχώριο προϊόν, 1938
96
106
90
Σουηδία, ακαθάριστο εγχώριο προϊόν, 1939
120
105
114
Δανία, συνολική διαθέσιμη προσφορά, 1939
84
106
79
Νορβηγία, ακαθάριστο εγχώριο προϊόν, 1936
103[1946]
106
79
ΠηγήS. Kuznets, Postwar Economic Growthό.π., σ. 91-95

[1]Ο δείκτης 78 που αναλογεί στην κατά κεφαλή παραγωγή της Δυτικής Γερμανίας είναι παραπλανητικός, καθώς εμπεριέχει τις επιδόσεις της πρώτης τριετίας της ανοικοδόμησης, ενώ παράλληλα βασίζεται στη σύγκριση με το έτος 1936. Ο Kuznets εκτιμά ότι η τιμή του δείκτη το 1945 ήταν περί το 47.

Το κεφάλαιο ελληνική «μεγάλη» βιομηχανία, κλείνει ουσιαστικά με την επικράτηση στον εμφύλιο πόλεμο των συνεργατών των δυνάμεων κατοχής.

Τις δεκαετίες αυτές εφαρμόζονται νόμοι και μέτρα, οι οποίοι καταστρέφουν τις τότε μεγάλες βιομηχανικές μονάδες και τα αντίστοιχα μεγάλα μηχανουργεία που απασχολούσαν εκατοντάδες τεχνίτες μαστόρους.
Οι βασικοί λόγοι για την καταστροφή ήταν:
  1. Επιβάλλονται υψηλοί δασμοί στις πρώτες ύλες, ενώ αντίστοιχα δίνεται απαλλαγή δασμών, ατέλεια, στις εισαγωγές έτοιμων μηχανημάτων από το εξωτερικό. Το αποτέλεσμα ήταν οι πρώτες ύλες που χρησιμοποιούντο για την κατασκευή των μηχανημάτων στην Ελλάδα, να καθίστανται πλέον ακριβότερες από τα έτοιμα μηχανήματα που εισάγονταν.
  2. Οι Τεχνικές υπηρεσίες του κράτους έθεταν ως προϋπόθεση στους δημόσιους διαγωνισμούς, την αγορά των μηχανημάτων μόνο από τους οίκους του εξωτερικού
  3. Οι ίδιοι οι μηχανικοί, που επέστρεφαν στην Ελλάδα μετά τις σπουδές τους στο εξωτερικό, επέλεγαν την εύκολη απασχόληση του αντιπρόσωπου και για τον λόγο αυτό, συκοφαντούσαν τα εγχωρίως κατασκευαζόμενα μηχανήματα! 
  4. Τέλος ενώ το ίδιο το κράτος καθόριζε τις τελικές τιμές πώλησης, τις κρατούσε σταθερές, την ίδια στιγμή που το κόστος της ενέργειας, πρώτων υλών, μισθοδοσίας κλπ αυξανόταν, με συνέπεια οι εταιρείες αυτές να καταφύγουν αναγκαστικά στον τραπεζικό δανεισμό και τελικά να καταντήσουν «προβληματικές».
Διαχρονική πολιτική των μετεμφυλιακών κυβερνήσεων της δεξιάς και όχι μόνον, ήταν η καταστροφή της μέχρι τότε όποιας  εναπομένουσας εθνικής αστικής βιομηχανικής τάξης και η αντικατάσταση της με μια νέα ευκαιριακή, μεταπρατική, παρασιτική τάξη, η οποία σε άμεση συνέργεια με το πολιτικό σύστημα, σηματοδότησε την στροφή όλων των μετέπειτα καθεστώτων σε μία μεγέθυνση παρασιτική και εξωγενώς εξαρτώμενη.





Η μερική όμως ακόμα συγκρότηση του κρατικού μηχανισμού στη χώρα, και η μαζική μετεγκατάσταση στις μεγάλες αστικές περιοχές των ηττημένων του εμφυλίου, οι οποίοι άλλωστε ήταν και αποκλεισμένοι από τον δημόσιο μηχανισμό, επιτρέπει τη δημιουργία χιλιάδων μικρών μηχανουργείων και άλλων βιοτεχνιών, από μαστόρους - τεχνίτες, που μέχρι τότε δουλεύανε στα μεγαλύτερα μηχανουργεία της εποχής αυτής. 
Τα μηχανουργεία ήταν, εκτός από χώροι παραγωγής, και σχολεία διαμόρφωσης νέων μαστόρων και μετέπειτα επιτηδευματιών.
Η ανάπτυξη των άτυπων βιοτεχνικών περιοχών, οι οποίες ευρίσκονταν πάντα μέσα στον αστικό ιστό, (Βόλος, Ψυρρή, Βοτανικός, Πειραιάς, Ελευσίνα), είχαν σαν βασικό χαρακτηριστικό τους, την πολυμορφία και την συνύπαρξη πολλών διαφορετικών μεταποιητικών μονάδων, όπως μηχανουργεία, νικελωτήρια, τσαγκάρικα, χυτήρια, ξυλουργεία, γαζωτήρια, τσαντάδικα, ραφτάδικα και τόσα άλλα. Αυτή η πολυμορφία δημιούργησε μια απίστευτη συνέργεια όλων αυτών μεταξύ τους, για τη δημιουργία ενός τελικού προϊόντος, που απευθυνόταν κατεξοχήν, στην εγχώρια αγορά και τον τουρισμό.
Η συνέργεια των μικρών και μεσαίων αυτών επιχειρήσεων, υποστηριζόμενων από μέσες και ανώτερες τεχνικές σχολές, στις οποίες δίδασκαν οι καλύτεροι μάστορες και τεχνίτες, ήταν στα αλήθεια και ο κορμός της ενδογενούς ανάπτυξης της εποχής εκείνης. Μιας ανάπτυξης η οποία δεν στηρίχθηκε σε ξένα κεφάλαια, σε κανένα σχέδιο Μάρσαλ, αλλά στη υπεράνθρωπη κινητοποίηση του ελληνικού λαού να «προκόψει», ενοποιημένου στην πράξη μετά τον εμφύλιο, πέρα και πάνω από πολιτικές πεποιθήσεις.

Το 1951 το μέσο ετήσιο εισόδημα στην Ελλάδα υπολογιζόταν επισήμως στις 4.775 δραχμές. Το 1962 είχε αυξηθεί στις 12.926 δραχμές. Δηλαδή σε 11 χρόνια τα εισοδήματα σχεδόν τριπλασιάστηκαν.[19].



Οι Ανδριώτες εφοπλιστές αδελφοί Γουλανδρή, όταν ελάχιστοι είχαν στην κατοχή τους αυτοκίνητο, δημιούργησαν γραμμή παραγωγής ηλεκτρικών αυτοκινήτων στην Σύρο το 1973 και μέχρι το 1976, παρήγαγαν συγκεκριμένα το Enfield 8000, το οποίο μάλιστα κατασκευάσθηκε σε 145 μονάδες! 
Δυστυχώς όλες οι μονάδες πουλήθηκαν στην Αγγλία και καμία στην Ελλάδα …!
Δεν κατάφερε να κυκλοφορήσει στην Ελλάδα, λόγω «γραφειοκρατίας»…! 



Οι επιπτώσεις των ενισχύσεων της ΕΟΚ.

Την 1 Ιανουαρίου 1981, η Ελλάδα έγινε πλήρες μέλος της ΕΟΚ.
Μόνο τα έτη 1985-1989 η Ελλάδα εισέπραξε από τα ταμεία της ΕΟΚ 7,9 δισ. δολάρια, αναλογικά περισσότερα από οιαδήποτε άλλη χώρα.[20]
Τα χρήματα της ΕΟΚ που αντλήθηκαν, δήθεν για τον αγροτικό τομέα και τη μεταποίηση, αντί να τις ενισχύσουν ουσιαστικά τις αποδιάρθρωσαν.
Στο οικονομικό τεύχος της Eurobank τον Οκτώβριο του 2011 αναφέρεται:
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο γεωργικός τομέας. Η γεωργία, δέχθηκε μεταξύ́ 1962-2009ακαθάριστα ποσά αξίας €169 δις σε σταθερές τιμές 2010.
Ένδειξη της αναποτελεσματικότητας των χορηγηθέντων κεφαλαίων είναι το γεγονός, ότι το μερίδιο του πρωτογενούς τομέα (Γεωργία, δασοκομία και αλιεία) στο ΑΕΠ μειώθηκε από το 20% το 1960, και 15,6% το 1980, στο 4,8% το 2010.
Αναμφισβήτητη απόδειξη αποτυχίας αποτελεί το ισοζύγιο εισαγωγών και εξαγωγών αγροτικών προϊόντων, από πλεονασματικό, πριν την έναρξη των προγραμμάτων ενίσχυσης, μεταβλήθηκε σε ελλειμματικό από το 1981, κι έκτοτε επιδεινωνόταν συνεχώς για να φτάσει το 2008 τα -3δισ.€. (στοιχεία ΥΠΑΝΤ).
Τα προηγούμενα χρόνια εισέρρευσε στη χώρα πακτωλός χρημάτων από τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά ταμεία, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων αλλά και από εθνικούς πόρους, μέσω των αναπτυξιακών νόμων και των επενδυτικών προγραμμάτων, των ενισχύσεων και των επιδοτήσεων.
Παρότι οι πόροι αυτοί προορίζονταν για την ενίσχυση του παραγωγικού δυναμικού και τον εκσυγχρονισμό και αναβάθμιση της οικονομικής δομής της χώρας, σε μεγάλο βαθμόκατευθύνθηκαν στην ενίσχυση των προσωπικών εισοδημάτων και της κατανάλωσης, ως τμήμα μίας ευρύτερης διαδικασίας πελατειακής συναλλαγής Κράτους -πολιτών -ψηφοφόρων και κρατικοδίαιτης επιχειρηματικότητας.» 

Με την είσοδό μας στην Ευρωζώνη το 1999 και την υιοθέτηση σκληρού νομίσματος, με ισοτιμία του ευρώ με το δολάριο που πολύ γρήγορα ανήλθε σε σχεδόν 1/1, επήλθε ένα ισχυρό κτύπημα στις εξαγωγικές βιομηχανικές μονάδες, οι οποίες και παρήγαγαν μαζικό καταναλωτικό προϊόν. 

Η μεγέθυνση του ΑΕΠ ήταν συνεχής μέχρι και το 2008
«Μεταξύ του 2003 και του 2010 το ΑΕΠ αυξήθηκε εντυπωσιακά κατά 30% από 172 δις σε 230 δισ.Όμως, ταυτόχρονα, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε κατά 90% από 168 δις. σε 326 δισ., δηλαδή από 96% σε 140% του ΑΕΠ. Με άλλα λόγια, για κάθε 1 ευρώ αύξησης του κατά κεφαλή εισοδήματος, δανειζόμασταν 3!
Μήπως τα δανεικά χρησιμοποιήθηκαν για παραγωγικές επενδύσεις; 
Όχι, χρησιμοποιήθηκαν για να χρηματοδοτήσουν μια ανεξέλεγκτη, θα έλεγα παρανοϊκή, κατανάλωση.....»[21]



2008 - 2017 Δέκα Χρόνια ΥΦΕΣΗΣ και 
Οκτώ Χρόνια ΜΝΗΜΟΝΙΑ

Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα συνιστά το φυσικό αποτέλεσμα, του ότι η χώρα μας σταμάτησε να παράγει πλούτο και ζει έκτοτε με δανεικά. 
Δεν πρόκειται για τυχαίο γεγονός. Πρόκειται για συνειδητή πολιτική επιλογή όλων των μετεμφυλιακών κυβερνήσεων, η οποία επιβλήθηκε με όση βία κατά καιρούς διέθεταν, στο όνομα της ένταξης μας σε έξωθεν κυρίαρχες οικονομικές πολιτικές.
Οι κυβερνήσεις αυτές για να το κατορθώσουν δημιούργησαν και τα αντίστοιχα μέσα. Δηλαδή διαμόρφωσαν τους αντίστοιχους θεσμούς, την αντίστοιχη εκπαίδευση, τον αντίστοιχο "πολιτισμό" και έναν αντίστοιχο κρατικό μηχανισμό απολύτως εχθρικό όχι μόνο με την επιχειρηματικότητα αλλά γενικότερα με τον πολίτη.

Πτώχευση όχι μόνο του δημόσιου αλλά και του ιδιωτικού τομέα.
Με το ξέσπασμα το 2008 της διεθνούς οικονομικής κρίσης και την διάλυση της αυταπάτης των προηγούμενων χρόνων,θα περίμενε κανείς, ότι αφού θα κατανοούσαμε πλέον όλοι μας τις αληθινές αιτίες περί του πως φθάσαμε μέχρις εδώ, επί τέλους να εφαρμοστούν λύσεις αντιστροφής  αυτής της κατάστασης. Αλλά φευ...
Το πολιτειακό σύστημα της χώρας, προκειμένου να προστατέψει και να συντηρήσει όλο αυτό το πελατειακό κράτος και τους διαφόρους συγκατανευσιφάγους του (τράπεζες, εργολάβους, κρατικούς αξιωματούχους, ΜΜΕ, κλπ), λαμβάνει νέα δάνεια-μνημόνια,φροντίζοντας να μεταφέρει τα βάρη τους στους πολίτες και στον ιδιωτικό τομέα, τον οποίο οδηγεί στην πτώχευση, με τρόπο όχι μόνο κοινωνικά άδικο αλλά και οικονομικά ατελέσφορο.
Το ΙΟΒΕ[22] σε πρόσφατη μελέτη του για τη μεταποίηση αναφέρει:
«Το 2016 σε σχέση με το 2009, πολλοί κλάδοι της μεταποίησης έχουν δεχθεί ισχυρό πλήγμα λόγω της οικονομικής ύφεσης και έχουν απωλέσει πάνω από το 50% του τζίρου τους. Μεταποιητικές βιομηχανίες έχουν χάσει σημαντικό μέρος του κύκλου εργασιών τους, όπως το Δέρμα (-72%), το Ξύλο (-62%), τα Μη μεταλλικά ορυκτά (-52%), τα Έπιπλα (-56%), η Ένδυση (-59%), η Επισκευή σε μηχανήματα και εξοπλισμό (-60%) κ.α.»  (σελίδα 57).



·      Η παγκόσμια θέση της Ελλάδας χειροτερεύει συνεχώς, καταλαμβάνοντας τις τελευταίες θέσεις μεταξύ 140 κρατών, με βάση τους δείκτες Ανταγωνιστικότητας, Διαφθοράς, Οικονομικής Ελευθερίας, Μακροοικονομικού Περιβάλλοντος, Κοινωνικής Δικαιοσύνης και Ελευθερίας του Τύπου[23].

·      Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές ιδιωτών στο κράτος και τα «κόκκινα» δάνεια ιδιωτών και των επιχειρήσεων στις τράπεζες, μεγεθύνονται συνεχώς, ξεπερνώντας ήδη κατά πολύ το ΑΕΠ της χώρας.

·      Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ[24], οι μη οικονομικά ενεργοί πολίτες, φθάνουν τους 4.424.900, σχεδόν το 50% του πληθυσμού της χώρας, ενώ σχεδόν τέσσερις στους δέκα πολίτες στερείται βασικά υλικά αγαθά και υπηρεσίες και βρίσκονται εκτεθειμένοι στον κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού.

·      Οι 7 στις 10 από τις νέες θέσεις εργασίας, είναι προσωρινής απασχόλησης, οι λεγόμενες ευέλικτες μορφές εργασίας.

Σήμερα με 130 δισ. ευρώ χρέη προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία, άλλα 104δισ κόκκινα στις τράπεζες και άλλα 200δισ πορτοκαλί κακορυθμισμένα, η κοινωνία έχει πλέον «σκάσει».

                  
Μικρός κλήρος και μικρές επιχειρήσεις, από «μειονέκτημα» σε μοναδική ελπίδα διεξόδου από την κρίση.  

Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ)  αποτελούν το 99,9% του συνόλου των επιχειρήσεων της χώρας (690.000 επιχειρήσεις). Εξ αυτών το 96,9% είναι πολύ μικρές επιχειρήσεις (1-9 άτομα), ενώ στη μεταποίηση το ποσοστό είναι λίγο μικρότερο 95%, το 2,7μικρές (10-49 άτομα) και το 0,4% μεσαίες (49-250 άτομα). Οι μεγάλες επιχειρήσεις αποτελούν μόλις το 0,1% του αριθμού των επιχειρήσεων της χώρας (400 επιχειρήσεις περίπου). 

Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις απασχολούν το 87% του συνολικού εργατικού δυναμικού των επιχειρήσεων.

Πρόσφατη μελέτη της Ernst and Young διαπιστώνει ότι η μεταποίηση δημιουργεί τετραπλάσια προστιθέμενη αξία ανά επιχείρηση σε σχέση με τις υπηρεσίες

Όταν η μεταποίηση μειώνεται, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα, το επίπεδο των μισθών πέφτει ακόμα και στον τομέα των υπηρεσιών, όπως έχει γίνει φανερό την εποχή των Μνημονίων που βιώνουμε στην χώρα μας.     





Όσον αφορά στην εξέλιξη του αριθμού των ΜμΕ ο αριθμός τους έχει μειωθεί κατά 21% περίπου. Στο 21% είναι και η μείωση στις πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Οι μικρές επιχειρήσεις εμφανίζουν πτώση της τάξης του 27% ενώ οι επιχειρήσεις μεσαίου μεγέθους εμφανίζουν τη μεγαλύτερη πτώση που φτάνει στο 33%[25]


Παρατηρούμε ότι πολύ μικρές επιχειρήσεις είναι ανθεκτικότερες στην κρίση. 

Διαπιστώνουμε από όλα τα παραπάνω ότι, παρά την κρίση και την εχθρική αντιμετώπιση της ελληνικής μεταποίησης από όλο το πολιτικό σύστημα, αυτή ακόμα στέκεται όρθια και ζωντανή. Αρνείται να πεθάνει.

Η στήριξη και ανάπτυξη των μικρών μεταποιητικών επιχειρήσεων, και γενικότερα των μικρών παραγωγών, είναι η μόνη που ουσιαστικά μπορεί άμεσα να προσφέρει πολλαπλασιαστικά νέες, ποιοτικές και μακροβιότερες θέσεις εργασίας που τόσο έχει ανάγκη ο τόπος μας. 

Η Ελλάδα σαν η κατ' εξοχήν χώρα του "μικροιδιοκτητικού", είναι σε αυτό ακριβώς το κρίσιμο και ζωτικό σημείο, σε ακόμα πλεονεκτική θέση. 

Παρατηρούμε ότι ενώ η συμμετοχή της μεταποίησης μειώνεται κατά 27%, η συμβολή της στο ΑΕΠ αυξάνεται το 2016, λόγω φυσικά της μεγάλης πτώσης του ίδιου του ΑΕΠ της χώρας.


Η Ελλάδα μπορεί να βγει από την σημερινή κρίση.
Αυτή ακριβώς τη δυνατότητα που διατηρούν σήμερα οι ελληνικές μεταποιητικές επιχειρήσεις, δηλαδή η ευελιξία, η προσαρμοστικότητα, η άμεση απορρόφηση των σύγχρονων τεχνολογιών και η σύνθεση των διαφόρων τεχνολογικών τομέων, είναι τα προικιά που διατηρούν προκειμένου να παράξουν άμεσα και με μικρό κόστος, ένα απολύτως σύγχρονο τελικό προϊόν, διεθνώς εμπορεύσιμο, για εξαγωγικούς κυρίως προορισμούς. 
Είμαστε μία μικρή χώρα και μπορούμε να παράγουμε υψηλής αξίας προϊόν, για τις ιδιαίτερες απαιτήσεις των μητροπόλεων του κόσμου. Εκεί έγκειται η δυνατότητα μας να υπερβούμε την κρίση. 
Σήμερα έχει σημασία να παράγουμε τελικό προϊόν με υψηλή εγχώρια προστιθέμενη αξία, ανεξάρτητα από το αν προβαίνουμε σε υποκατάσταση εισαγωγών ή όχι.
Δεν μπορεί να είναι ο στόχος μας να παράγουμε μαζικό προϊόν όπως οδοντογλυφίδες, βίδες, ηλεκτρονικά καταναλωτικά προϊόντα κλπ.
Αρκεί η κοινωνία και οι παραγωγικές της δυνάμεις να το κάνουν δικό τους ζήτημα. 


Όροι και προϋποθέσεις για την συγκρότηση ενός Ενδογενούς Παραγωγικού Σχεδίου εξόδου από την κρίση.

Η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, δεν είναι δουλειά των ειδικών της πολιτικής, των γραφειοκρατών και των πάσης φύσεως Πανεπιστημιακών. 
Είναι υπόθεση των ίδιων των πραγματικών παραγωγών. «Στην πραγματικότητα το παραγωγικό σχέδιο είναι η ζωντανή και πρακτική δράση εκατομμυρίων ανθρώπων», έγραφε ο Ν. Κιτσίκης στον πρόλογο του βιβλίο του Δ. Μπάτση) «Η βαρειά βιομηχανία στην Ελλάδα», Αθήνα 1947
Ο ίδιος ο Δημήτρης Μπάτσης έγραφε: 
«Η Ελλάδα θα γίνει οικονομικά και εθνικά πραγματικά ελεύθερη, τότε και μόνο τότε, που η ανοικοδόμηση αυτή γίνει από τον λαό της».
Σήμερα το σύνολο του πολιτικού προσωπικού, προέρχεται από τους αποκαλούμενους διεθνώς προστατευόμενους τομείς της οικονομίας (κράτος, εκπαίδευση, κατασκευές, τράπεζες, εμπόριο και λοιπές υπηρεσίες), καθώς και από τους διάφορους κρατικοδίαιτους συνδικαλιστικούς φορείς. Δηλαδή ακριβώς από τους τομείς οι οποίοι κατέστρεψαν και συνεχίζουν να καταστρέφουν την ελληνική οικονομία, συνιστώντας το κύριο μέρος του προβλήματος. 

Ένα τέτοιο σχέδιο 
  • είναι αδύνατο να δημιουργηθεί μέσα σε γραφεία, από οιοσδήποτε γραφειοκρατικούς μηχανισμούς (αριστερούς ή δεξιούς) ως δια μαγείας, στο όνομα της κοινωνίας, αλλά με απούσα αυτήν
  • είναι αδύνατο να συμβεί χωρίς την αληθινή αφύπνιση και τη συμμετοχή της ιδίας της κοινωνίας, 
  • και η ίδια η κοινωνία, είναι αδύνατο να συμμετέχει αν δεν διαθέτει σαφέστατη συγκεκριμένη ανάλυση του πραγματικού ζητήματος, των αληθινών προοπτικών που ανοίγονται και της πραγματικής υποκειμενικής της δυνατότητας να συνεισφέρει στη λύση, όχι απλά σαν ψηφοφόρος αλλά κυρίως σαν ενεργό κοινωνικό και παραγωγικό υποκείμενο. 
Η παραγωγή όμως μιας χώρας δεν είναι μόνο πρόβλημα οικονομικό, είναι πρόβλημα κοινωνικής συνοχής, πρόβλημα θεσμών, είναι πρόβλημα λειτουργίας του κράτους.
Προϋποθέτει βαθιές τομές και μεταρρυθμίσεις στο πολιτικό σύστημα σε όλες του τις μορφές. Κεντρική διοίκηση, Τοπική Αυτοδιοίκηση, συνδικαλισμός, παραγωγικοί φορείς, συνεταιρισμοί και δίκτυα διανομής. Με αυτήν την έννοια δεν είναι θέμα μιας κυβερνητικής απόφασης ή ενός εκλογικού αποτελέσματος.
Δεν υπάρχει ένα manual που να περιέχει όλες τις λύσεις δια πάσα νόσο.
Ούτε και μπορεί να υπάρξει διότι άλλως δεν θα υπήρχε και επιχειρηματικότητα. 
Οι προτεινόμενες λύσεις και διέξοδοι δεν μπορούν παρά να έχουν μόνο τοπική εφαρμογή.

Παγκοσμιοποίηση και η θέση της Ελλάδας.
7.5 δισεκατομμύρια άνθρωποιδιαστρωματωμένοι σε τέσσερις τάξεις.[26]
  • Τα «Επικυρίαρχα Συμπλέγματα», γύρω τα 350 άτομα, με τάση συμπύκνωσης και ισχυροποίησης μέσω συγχωνεύσεων, ελέγχουν περί το 85% του παγκόσμιου πλούτου[27].
  • Οι «εύποροι» δεν αποτελούν παρά μόνο το 1% του πληθυσμού παγκοσμίως, όμως έχουν στην κατοχή τους σχεδόν το 50% του ιδιωτικού πλούτου του κόσμου, χωρίς όμως να τον ελέγχουν.[28]
  • Οι «μικρομεσαίοι» είναι περί το 24% του παγκόσμιου πληθυσμού. Κατέχουν γύρω στο 40% του παγκόσμιου πλούτου.
  • Οι «απόκληροι» είναι περί το 75% του παγκόσμιου πληθυσμού, τρεις στους τέσσερις, και διαθέτουν μόλις το 5% του παγκόσμιου πλούτου.
Σύμφωνα με τηντελευταία έκθεση της ελβετικής τράπεζας Credit Suisse, στην Ελλάδα το 1% του πληθυσμού, την περίοδο της κρίσης, συγκεντρώνει το 56,1% του εγχώριου πλούτου. Δηλαδή πολύ μεγαλύτερο ποσοστό από αυτό του μέσου όρου.

Η έρευνα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που δημοσιοποιήθηκε στις 23/12/2016[29]αναφέρει:
«Η αλλαγή ήταν ιδιαίτερα σημαντική στην Ελλάδα και την Κύπρο, όπου ο μέσος όρος του πλούτου, μειώθηκε κατά περίπου 40%… αλλά είναι επίσης μεγάλη στην Ιταλία, την Πορτογαλία και την Ισπανία, όπου μειώθηκε περισσότερο από 15%.
Αντίθετα, ο μέσος όρος του πλούτου στη Γερμανία, αυξήθηκε κατά 10% την ίδια περίοδο». 


Περί Εθνικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής και Οικονομίας της Γνώσης ή άλλως πως εφαρμόζεται η παγκοσμιοποίηση στην Ελλάδα
Ο καθένας για τον εαυτό του και η Αγορά –στη θέση του Θεού– για όλους[30]

Η κυβέρνηση μόλις τον Μάρτιο του 2017 συγκρότησε το εθνικό αναπτυξιακό συμβούλιο, αποτελούμενο από 11 μέλη, όλοι τους καθηγητές πανεπιστημίων, και συνέταξε την επονομαζόμενη «Εθνική Αναπτυξιακή Στρατηγική 2021»[31].
Ένα σχέδιο, που ενώ είναι μνημονιακή της υποχρέωση (το ζήτησε η ίδια και καλά έκανε), ίσως είναι και η μόνη υποχρέωση που δεν έχει μέχρι σήμερα εκπληρώσει. 
Η παρουσίασή του, από τα μέσα του 2016, εξαγγέλετε και αναβάλλεται ανά τρίμηνο. Σήμερα έχει εξαγγελθεί η παρουσίαση του να γίνει τον ερχόμενο Απρίλιο, αφού όμως εγκριθεί πρώτα από τους θεσμούς. 
Σκοπός του σχεδίου αυτού, είναι να  περιγραφούν οι αναπτυξιακές πολιτικές, ώστε η Ελλάδα να μην χρειασθεί να προσφύγει σε νέο δανεισμό και να μπορέσει να ξανασταθεί στα πόδια της.
Δυστυχώς όμως το σχέδιο αυτό, κατάντησε να περιέχει βασικά τις επιθυμίες και τις οδηγίες των δανειστών, οι οποίοι αμφιβάλλω αν έχουν κανένα συμφέρον να δουν την Ελλάδα να ανασαίνει.
Ας δούμε δύο βασικά σημεία τού σχεδίου αυτού: 
  • Η «Εθνική Αναπτυξιακή Στρατηγική 2021» έχει στόχο την έξοδο από την κρίση. Ο στόχος αυτός θα επιτευχθεί με αύξηση των επενδύσεων, ιδιαίτερα των Ξένων Άμεσων Επενδύσεων ...
  • Το όραμα της «Εθνικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής 2021» είναι ο μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας σε μια οικονομία της γνώσης»
Τι είναι όμως η λεγόμενη«Οικονομία της Γνώσης».
«Οικονομία της γνώσης σημαίνει ότι οι κλασικοί παραγωγικοί συντελεστές (γη, κεφάλαιο και εργασία), έχουν πια μικρότερη αξία στην παραγωγή και τη δημιουργία κερδών, σε σχέση με του άυλους συντελεστές (πληροφορία, γνώση, ειδικότητες)». 
Και πως θα επιτευχθεί αυτή η μετάβαση; 
Η Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας αναφέρει  στο κείμενό της «Προς την οικονομία της γνώσης» Αθήνα 2003[32] σελ 3/55
«Η επίτευξη των στόχων αυτών θα είναι ανέφικτη χωρίς την κινητοποίηση των ξένων επενδυτών που θα επιλέξουν την Ελλάδα ως τόπο εγκατάστασης επενδύσεων έντασης γνώσης. Απαιτείται η ένταξη στον ελληνικό παραγωγικό ιστό μεγάλων παγκοσμιοποιημένων επιχειρήσεων, με παραγωγή σε νέους κλάδους που θα εγκαταστήσουν σε ελληνικούς πόλους καινοτομίας τα ερευνητικά τους εργαστήρια, για την ανάπτυξη καινοτομικών προϊόντων και υπηρεσιών με ελληνικό ή και ξένο ερευνητικό δυναμικό
Ο μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας σε μια οικονομία της γνώσης, όχι μόνο νέο πλούτο δεν θα παράξει (μια και ο πλούτος για μια χώρα είναι τα προϊόντα της και όχι τα χρήματα[33]), αλλά αντίθετα θα αποσπάσει τον εναπομείναντα πλούτο της χώρας μας, για να τον παραδώσει σε ξένα κέντρα, όπως γίνεται μέχρι σήμερα.
Όσον αφορά τον στόχο της μείωσης της ανεργίας, με όραμα «τον μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας σε μια οικονομία της γνώσης», μόνο ως ανέκδοτο μπορεί να ακουστεί σήμερα, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψιν ότι οι γίγαντες της οικονομίας της γνώσης: Google, Apple, Facebook, Amazon και Microsoft, είναι ουσιαστικά νάνοι σε ό,τι αφορά το εργατικό τους δυναμικό, μια και όλοι μαζί, έχουν λιγότερους υπαλλήλους από μια βιομηχανική εταιρεία, τη Volkswagen.»[34]
Το σχέδιο αυτό, μεταφέρει άκριτα τις πολιτικές της παγκοσμιοποίησης γενικότερα και ειδικότερα της γερμανικής βιομηχανικής πολιτικής, οι οποίες όχι μόνο θα φτωχοποιήσουν περαιτέρω τον λαό μας, αλλά, και το σημαντικότερο, θα διαλύσουν τον εναπομείναντα παραγωγικό ιστό και την μικροϊδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, που ακόμα επικρατεί στη χώρα μας. 
Το αποτέλεσμα, δεν θα είναι άλλο από το να καταστεί πλήρως αδύνατον πλέον, η χώρα μας να ξανασταθεί στα πόδια της.
Έτσι η Ελλάδα, αντί να εξάγει τα προϊόντα της, θα συνεχίσει να εξάγει κύρια τους ανθρώπους της και να εκχωρεί τον δημόσιο πλούτο της.




Το γερμανικό όραμα της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης
ή άλλως  Το Ευρωπαϊκό πρόγραμμα Industry 4.0


Στο πυρήνα της Βιομηχανικής Επανάστασης βρισκόταν μια αλληλένδετη ακολουθία τεχνολογικών αλλαγών. Τα βήματα υλικής προόδου σημειώθηκαν σε τρεις τομείς[1]:

1)  τα μηχανήματα αντικατέστησαν τις ανθρώπινες δεξιότητες·
2)  μια άψυχη δύναμη -εν προκειμένω, ο ατμός- αντικατέστησε την ανθρώπινη και ζωική δύναμη·
3)  σημειώθηκε σημαντική βελτίωση στη συλλογή και επεξεργασία των πρώτων υλών, ιδιαίτερα δε στους τομείς της μεταλλουργικής και της χημικής βιομηχανίας.

Οι αλλαγές αυτές στον εξοπλισμό και στη διαδικασία παραγωγής συνοδεύτηκαν από νέες μορφές βιομηχανικής οργάνωσης.
  • Αυξήθηκε το μέγεθος μονάδας παραγωγής.
  • Το εργοστάσιο δεν ήταν απλώς μια μεγαλύτερη μονάδα παραγωγής, το εργοστάσιο αντικατέστησε το εργαστήριο και την οικοτεχνία.
  • Το εργοστάσιο δεν ήταν απλώς μια μεγαλύτερη μονάδα εργασίας. Επρόκειτο για ένα σύστημα παραγωγής, το οποίον βασιζόταν στον πολύ συγκεκριμένο καθορισμό των λειτουργιών και αρμοδιοτήτων  όλων όσων συμμετείχαν στην παραγωγική διαδικασία. 

Από την μια πλευρά ήταν ο εργοδότης, ο οποίος όχι μόνο προσλάμβανε το εργατικό δυναμικό και προωθούσε το τελικό προϊόν, αλλά προσέφερε τον κεφαλαιουχικό εξοπλισμό κι επέβλεπε την χρήση του.
Από την άλλη πλευρά στέκονταν οι εργαζόμενοι, οι οποίοι δεν είχαν πλέον τη δυνατότητα να κατέχουν και να προμηθεύονται τα μέσα παραγωγής και δεν ήταν τίποτε άλλο παρά εργατικά χέρια. Συνδετικός κρίκος ανάμεσά τους ήταν η οικονομική σχέση - η σχέση μισθωτής εργασίας-, καθώς και η λειτουργική σχέση της επιτήρησης και της πειθαρχίας

 [1]David S. Landes: Ο Προμηθέας Χωρίς ΔεσμάΤεχνολογική Αλλαγή και Βιομηχανική Ανάπτυξηστη Δυτική Ευρώπη από το 1750 μέχρι σήμερα.εκδ. ΕΤΒΑ 2009 σελ. 20

  1. Η πρώτη βιομηχανική επανάσταση: όταν η ατμοπαραγωγή σε συνδυασμό με τη σύνθετη μηχανική παραγωγή, οδήγησε στην εκβιομηχάνιση της παραγωγής στα τέλη του 18ου αιώνα.
  2. Η δεύτερη βιομηχανική επανάσταση: όταν οι γραμμές ηλεκτρισμού και συναρμολόγησης, είχαν ως αποτέλεσμα τη μαζική παραγωγή από τα μέσα του 19ου αιώνα.
  3. Η τρίτη βιομηχανική επανάσταση: όταν η ηλεκτρονική και η τεχνολογία της πληροφορίας, επιτάχυναν σημαντικά την εκβιομηχάνιση από τη δεκαετία του 1970. Σύμφωνα με αυτή τη λογική, 
  4. Η τέταρτη βιομηχανική[36]επανάσταση: θα συνδέει έξυπνα εργοστάσια με κάθε τμήμα της παραγωγικής αλυσίδας και με την επόμενης γενιάς αυτοματοποίηση που άρχισε να συμβαίνει από το 2010 περίπου.

Οι πυλώνες της νέας βιομηχανικής επανάστασης είναι επιγραμματικά:
  •  Η νέα γενιά υποδομών ταχείας επικοινωνίας 5th Generation.
  • Το Διαδίκτυο των πραγμάτων. The internet of thingsόλα πρέπει να μιλάνε με οτιδήποτε άλλο"[37]
  •  Η ανάλυση μαζικών δεδομένων. (Big data analytics) και Big data = Big money.
Ενώ οι προηγούμενες βιομηχανικά επαναστάσεις, χαρακτηρίστηκαν ως τέτοιες εκ των υστέρων, εδώ, αντίθετα προαναγγέλλεται η επόμενη βιομηχανική επανάσταση.

Το ποσοστό των εξαγωγών επί του ΑΕΠ της Γερμανίας, σημειώνει συνεχή άνοδο και έτσι, από το 23,7% του ΑΕΠ το 1991, έφθασε το 45,6% το 2013.

Πρόκειται για τη μοναδική περίπτωση μεγάλης χώρας, που εξάγει σχεδόν το μισό  της εγχώριας παραγωγής της.

Οι διεργασίες για ένα συνολικό σχέδιο, που θα εξασφάλιζε την ανταγωνιστικότητα της γερμανικής βιομηχανίας, εντάθηκαν μετά το 2009 και τον Απρίλιο του 2014, στην Έκθεση CeBIT στο Ανόβερο, εξαγγέλθηκε επίσημα η έναρξη του προγράμματος Industrie 4.0. Η λέξη Βιομηχανία χρησιμοποιείται πλέον με την ευρεία έννοια όχι πλέον ως μεταποίηση, αλλά ως παραγωγή υλικών και άυλων προϊόντων και πάσης φύσεως υπηρεσιών.

Στο κείμενο της έκθεσης, αναφέρεται ρητά, ότι το πρόγραμμα δεν σκοπεύει απλώς να εξασφαλίσει τη θέση της Γερμανίας ως τόπου βιομηχανικής παραγωγής, ούτε καν να διατηρήσει την ηγετική της θέση στον κλάδο των μηχανοκατασκευών, αλλά «να διευρύνει το προβάδισμά της». 

Η ΕΕ το 2016, δύο χρόνια μετά την αναγγελία του γερμανικού προγράμματος, έρχεται να υιοθετήσει τις επιδιώξεις της γερμανικής οικονομίας, δημοσιεύοντας την μελέτη: Indusrty 4.0. [38]

Είναι καλό να δούμε τι αναφέρει επί λέξη η «μελέτη» αυτή:

«Τι είναι Industry 4.0;[39]

Ο όρος Industrie 4.0 δημιουργήθηκε από την Γερμανική Κυβέρνηση. Περιγράφει και περικλείει τις τεχνολογικές αλλαγές στην μεταποιητική βιομηχανία (manufacturing) και θέτει τις προτεραιότητες ενός συνεκτικού πλαισίου πολιτικής, με στόχο τη διατήρηση της παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας της γερμανικής βιομηχανίας»!!!!

Η βιομηχανία 4.0 περιγράφει την οργάνωση διαδικασιών παραγωγής με βάση την τεχνολογία και τις συσκευές που επικοινωνούν αυτόνομα μεταξύ τους κατά μήκος της αλυσίδας αξίας: ένα μοντέλο του «έξυπνου» εργοστασίου του μέλλοντος, όπου τα συστήματα, κινούνται μέσω υπολογιστή, ελέγχουν τις φυσικές διαδικασίες, δημιουργούν ένα εικονικό αντίγραφο του φυσικού κόσμου και παίρνουν αποκεντρωμένες αποφάσεις βασιζόμενες σε μηχανισμούς αυτοοργάνωσης.[40]

Η βιομηχανία 4.0 είναι ένα μακροπρόθεσμο πρόγραμμα και προβλέπεται ότι θα εφαρμοστεί πλήρως από το 2025 και μετά.

Η επιτυχία της "Διπλής Στρατηγικής" για την Βιομηχανία 4.0
Η διπλή στρατηγική υιοθετήθηκε με στόχο: 
Πρώτον τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της γερμανικής βιομηχανίας συνολικά, υποστηρίζοντας τη συνεπή ενσωμάτωση των ICT (Information and Communication Technologies Τεχνολογίες Πληροφορίας και Επικοινωνιών) στις παραγωγικές της διαδικασίες και δεύτερον την ανάπτυξη νέων προϊόντων στον τομέα της κατασκευής εξοπλισμού, με βάση την τεχνογνωσία των γερμανικών εταιρειών, όσον αφορά τα ενσωματωμένα συστήματα και την αυτοματοποίηση. 

5.1.2 Επιπτώσεις των τεχνολογικών αλλαγών
Το 70% των εταιρειών με ετήσιο κύκλο εργασιών μικρότερο των 5 εκατ. Ευρώ, ανέφεραν ότι οι ψηφιακές τεχνολογίες παίζουν σήμερα ελάχιστα ή καθόλου ρόλο στις διαδικασίες δημιουργίας αξίας τους
Η άποψη των συνδικαλιστικών οργανώσεωνείναι επίσης προσεκτική (sic!) γιατί δημιουργούνται ερωτήματα σχετικά με τις θέσεις εργασίας: 
Το γερμανικό συνδικάτο IG Metall προειδοποίησε για την "σκοτεινή πλευρά" του Industry 4.0
«Η βιομηχανία 4.0 επηρεάζει την ευελιξία, τον χρόνο εργασίας, την υγεία, τη δημογραφία και την ιδιωτική ζωή. Αυτό ισοδυναμεί με σημαντική μεταστροφή των θέσεων εργασίας και των δεξιοτήτων.
Ο πρόεδρος της IG Metall, Wetzel, προειδοποίησε ότι η επικείμενη ψηφιακή επανάσταση διατρέχει τον κίνδυνο μιας "έντονης πυκνότητας επιδόσεων και νέων τρόπων παρακολούθησης και μέτρησης της απόδοσης". Η οικονομία θα μπορούσε να εξαρτάται ολοένα και περισσότερο από νέες και πιο ευέλικτες μορφές εργασίας, όπως οι "click workers" και οι "cloud workers". Τέτοιες θέσεις εργασίας δεν πληρώνονται εξίσου καλά και επίσης δεν είναι ασφαλώς κοινωνικά ασφαλισμένες. O Wetzel προέβλεψε μια τεράστια μείωση των εργαζομένων
"Κάθε δεύτερη θέση εργασίας κινδυνεύει".

5.2.3 Κινητικότητα εντός της ΕΕ 

• Μπροστινοί δρομείς: Γερμανία, Σουηδία, Αυστρία και Ιρλανδία. Αυτές οι χώρες κρίνεται ότι έχουν προχωρήσει και προχωρούν καλά στην πορεία του κλάδου 4.0.
• Οι πιθανοί: περιλαμβάνουν το Βέλγιο, τη Δανία, τις Κάτω Χώρες, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία. Η βιομηχανική τους βάση εξασθενίζει. (Η Φινλανδία είναι μεταξύ των πρώτων δρομέων και των πιθανών).
• Οι Παραδοσιακοί: είναι κυρίως Ανατολικής Ευρώπης. Αυτή η ομάδα περιλαμβάνει την Τσεχία, τη Σλοβακία, τη Σλοβενία, την Ουγγαρία και τη Λιθουανία. Θεωρείται ότι έχουν μια καλή βιομηχανική βάση, αλλά λίγοι έχουν ξεκινήσει πρωτοβουλίες για να τις φέρουν στη νέα βιομηχανική εποχή. (Μερικοί από αυτούς ήδη προμηθεύουν με εργαζόμενους την γερμανική βιομηχανία).
• Οι διστακτικοί (ή αλλιώς οι απρόθυμοι Hesitators), είναι ένα μείγμα χωρών της νότιας και ανατολικής Ευρώπης (Ιταλία, Ισπανία, Εσθονία, Πορτογαλία, Πολωνία, Κροατία και Βουλγαρία) που θεωρείται ότι δεν έχουν αξιόπιστη βιομηχανική βάση και υποφέρουν από σοβαρά δημοσιονομικά προβλήματα που τους εμποδίζουν από ένα μελλοντικό προσανατολισμό. (Μερικοί από αυτούς ήδη προμηθεύουν με εργαζόμενους την γερμανική βιομηχανία).

Συγκέντρωση ή αποκέντρωση;
Αποτυπώνεται ήδη στις εξελίξεις στη Γερμανία, όπου η ανάγκη ειδικευμένου εργατικού δυναμικού οδηγεί στην προσέλκυση μεταναστών από άλλα μέρη της ΕΕ και από μακριά. Ως εκ τούτου, η βιομηχανία 4.0 είναι πιθανό να οδηγήσει σε αυξημένη συγκέντρωση τέτοιων δραστηριοτήτων σε περιοχές που είναι ήδη ισχυρές ή ισχυρότερες.
Αναμφισβήτητα, οι πολύ μικρές και οι μικρές επιχειρήσεις είναι λιγότερο ικανές από τις μεσαίες ή μεγάλες επιχειρήσεις να υιοθετήσουν τεχνολογίες της βιομηχανίας 4.0.

Βιομηχανία 4.0 και ανταγωνιστικότητα εντός της ΕΕ
Ένα σημαντικό θέμα που προέκυψε από τη μελέτη αυτή είναι η ετερογένειατων μεταποιητικών βιομηχανιών των κρατών μελών της ΕΕ, ακόμη και αν υπάρχουν πανευρωπαϊκές και παγκόσμιες αλυσίδες αξίας. Έτσι, ενώ η βιομηχανία 4.0 μπορεί να διαδραματίσει ρόλο στην αλλαγή της δυναμικής της ανταγωνιστικότητας, ο τρόπος με τον οποίο θα συμβεί αυτό θα ποικίλει σε επίπεδο κρατών μελών της ΕΕ.
Η πιο προφανής αντίθεση, είναι μεταξύ της Γερμανίας και της Ιταλίας, χώρες στην πρώτη και δεύτερη θέση όσον αφορά το μέγεθος των μεταποιητικών βιομηχανιών τους
Στην περίπτωση της Γερμανίας, αυτό θα ήταν ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για την ανάπτυξη στρατηγικής. Στην περίπτωση της Ιταλίας, δεν είναι σαφές στην ομάδα μελέτης πώς η βιομηχανία 4.0 θα εντασσόταν στη συνολική βιομηχανική δομή, δεδομένου του υψηλού επιπέδου των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων !!!!

Διαπιστώσεις
  • Το πρόγραμμα Industry 4.0 είναι ένα ολιστικό πρόγραμμα που στοχεύει όχι μόνο στην αναπαραγωγή, αλλά κυρίως στην διεύρυνση της γερμανικής οικονομίας.
  • Η συνεισφορά της υπόλοιπης Ευρώπης, υλοποιείται μέσα από το σύνολο των ευρωπαϊκών πολιτικών, που έχει επιβάλει στυγνά η Γερμανία.
  • Ο ενιαίος οικονομικός χώρος και το κοινό νόμισμα, λειτουργούν πάντα υπέρ της ισχυρότερης οικονομίας.
  • Τα εμπορικά πλεονάσματα και η φυγή κεφαλαίων προς τη Γερμανία, από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, εξασφαλίζουν τη χρηματοδότηση των μεγάλων επενδύσεων που απαιτεί η αναδιάρθρωση της γερμανικής οικονομίας, στην κλίμακα του προγράμματος Industrie 4.0.
  • Η πιστή εφαρμογή των κανόνων, υπονομεύει τη θέση των εν δυνάμει ανταγωνιστών των γερμανικών επιχειρήσεων.[41]
Η γερμανική πολιτική, για να καταφέρει να καταστεί η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει εξασφαλίσει, στην ίδια την έδρα των κοινοτικών θεσμών, τη συναίνεση των χιλιάδων ευρωϋπαλλήλων, των χιλιάδων εκπροσώπων των διαφόρων λόμπι και των στελεχών των μέσων μαζικής ενημέρωσης.
Αυτοί λειτουργούν ως τα ηχεία με τα οποία η σημερινή ορθοδοξία μεταδίδεται στο εσωτερικό όλων των κρατών-μελών και αναπαράγεται από τους τοπικούς οργανικούς διανοούμενους του συστήματος.
Ακόμα και στις χώρες που πλήττονται περισσότερο από την πολιτική αυτή, τα κόμματα εξουσίας θεωρούν ότι αυτή η πολιτική εξασφαλίζει τη διατήρηση του κοινωνικού συστήματος, με το οποίο είναι συνδεδεμένη η δική τους επιβίωση.
Χωρίς την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη ζώνη του ευρώ, η υλοποίηση του προγράμματος θα είναι πολύ δύσκολη, αν όχι αδύνατη. 

Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η ενδοχώρα πάνω στην οποία στηρίζεται η Γερμανία για να αντεπεξέλθει στον ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ και την Κίνα.


Ιντερνέτ και η νέα τάξη των πραγμάτων (Internet of Things)[42]
Το 1993 ο Γιώργος Μητακίδης, μαζί με τους Μιχάλη Δερτούζο και Τιμ Μπέρνερς Λι, o εφευρέτης του World Wide Web, έβαζαν τα θεμέλια για τη δημιουργία του Διαδικτύου Ίντερνετ. 
Το αρχικό όραμα, με τα λόγια του Μιχάλη Δερτούζου, όταν στήνανε το ψηφιακό οικοσύστημα και το διαδίκτυο ήταν: «ένα γιουσουρούμ όπου ο καθένας (ίσος προς ίσον) θα άπλωνε την πραμάτεια του (είτε πνευματική είτε υλική) σε ένα χαλάκι. »

Αυτό κάπου στράβωσε στο δρόμο.


Η Νέα Βιομηχανική Επανάσταση και η ολιγαρχία των GUFAM (Google, Amazon, Facebook, Apple, Microsoft)
Σε οιαδήποτε χώρα σήμερα, οι άνθρωποι χρησιμοποιούν μία μηχανή αναζήτησης και ενημερώνονται από ένα κοινωνικό δίκτυο. Αυτό δημιουργεί πελώρια προβλήματα (προστασίας προσωπικών δεδομένων κ.α.).[43]
Δεν ήταν αυτό όμως το αρχικό όραμα. Με όλα αυτά τα θαυμαστά του νέου αυτού συστήματος, το πράγμα κάπου ξέφυγε.

Τα επακόλουθα είναι τεράστια.
Όμως δεν χρειάζεται μοιρολατρία εδώ. 
  • Το ψηφιακό οικοσύστημα και η νέα βιομηχανική επανάσταση, δεν είναι μη αντιστρέψιμο φαινόμενο της φύσης. 
  • Ανθρώπινο τεχνούργημα είναι. 
  • Άνθρωποι το κάνανε, άνθρωποι μπορούν να το αλλάξουν.
  • Αλλά για να γίνει αυτό θα χρειαστεί η ενεργή ενημέρωση και κυρίως η συμβολή της νέας γενιάς. 
  • Δεν θα ήταν αυτοί οι λύκοι, αν οι άλλοι δεν ήταν πρόβατα.

   ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΑΝΑΦΟΡΕΣ
  1. Γ. Δ. Δερτιλής: «Ιστορία του Ελληνικού Κράτους 1830-1920» Πανεπιστ. Εκδόσεις Κρήτης 2015 
  2. Γ. Δ. Δερτιλής: «Επτά Πόλεμοι, Τέσσερις Εμφύλιοι, Επτά Πτωχεύσεις» Εκδ. Πόλις 2016
  3. Steven Runcimen: «Βυζαντινός Πολιτισμός» (1933) -Εκδ. Μεταίχμιο 2016
  4. Θανάσης Αθανασόπουλος -Καλόμαλος:  «Περί Ελλάδος και Ελλήνων» Εναλλακτικές Εκδ. 2006
  5. Χρήστος Χατζηιωσήφ: «Η γηραιά σελήνη η βιομηχανία στην ελληνική οικονομία 1830-1940»         εκδ. Θεμέλιο.
  6. Χρήστος ΧατζηιωσήφΗ Ευρωπαϊκή Ενοποίηση η Γερμανία και η επιστροφή των εθνικισμών» εκδ. Βιβλιόραμα 2017
  7. Χριστίνα Αγριαντώνη: «Οι απαρχές της εκβιομηχάνισης στην Ελλάδα τον 19ο αιώνα» εκδ. Κατάρτι 2010.
  8. Θεμιστοκλής Ξανθόπουλος: «Ρέκβιεμ ΜεΚρεσέντο-Homo Sapiens Ο τελευταίος του γένους των Ανθρώπων;» εκδ. ΕΜΠ 2017
  9. Ευγενία Κρεμμυδά: «Μια Ιστορία για τα Ελληνικά Μηχανήματα του Μηχανουργείου Κούππα.» εκδ Gutenberg 2015.
  10. David S. Landes: Ο Προμηθέας Χωρίς ΔεσμάΤεχνολογική Αλλαγή και Βιομηχανική Ανάπτυξηστη Δυτική Ευρώπη από το 1750 μέχρι σήμερα. εκδ. ΕΤΒΑ.
  11. Γ. Δ. Δερτιλής: «Ιστορία της νεότερης και σύγχρονης Ελλάδας 1750-2015». Πανεπιστ. Εκδόσεις Κρήτης 2018
  12. William H. McNeill: «Η Μεταμόρφωση της Ελλάδας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο» εκδ. Παπαδόπουλος.
  13. Στάθης Ν. Τσοτσορός - Στάθης Ε. Λιδωρίκης: «Τεχνολογική Αλλαγή και οικονομική Ανάπτυξη» εκδόσεις Παπαζήση (20141ος τόμος.
  14. Tony Judt: «H Ευρώπη μετά τον πόλεμο»εκδ. Αλεξάνδρεια 2102.
  15. Γιώργος Μητακίδης: Η Νέα Βιομηχανική Επανάσταση. http://endogenis.blogspot.gr/2018/02/blog-post.html.
  16. ΣΕΒ Φεβρουάριος 2018 «Οι μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις στην Ελλάδα»  http://www.sev.org.gr/uploads/Documents/50669/SMEs_partA.PDF


    Βασικοί ορισμοί
Οικονομική ανάπτυξη[44]ορίζεται ως «μια διαδικασία, όπου το πραγματικό κατά κεφαλή εισόδημα μιας χώρας αυξάνει σε μακρά περίοδο χρόνου, ενώ ταυτοχρόνως η φτώχεια μειώνεται και η ανισότητα στην κοινωνία γενικά περιορίζεται ή τουλάχιστον δεν αυξάνεται». 
Η οικονομική μεγέθυνσηυπολογίζεται με βάση την ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του ΑΕΠ (τι παράγεται μέσα σε μια χώρα) και συνεπώς αποτελεί έναν ποσοτικό δείκτη. 
Η οικονομική ανάπτυξη, αντιθέτως, υπολογίζεται με ένα μείγμα δεικτών. Για παράδειγμα, ο ΟΗΕ χρησιμοποιεί το Δείκτη Ανθρώπινης Ανάπτυξης (United Nations’s Human Development Index -HDI), ο οποίος περιλαμβάνει το ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης, το προσδόκιμο ζωής και το μορφωτικό επίπεδο του πληθυσμού. Κατά τον ΟΟΣΑ η οικονομική ανάπτυξη είναι μια έννοια που εμπεριέχει και την ευημερία και συνεπώς την καθιστά μια πιο ολιστική έννοια από την οικονομική μεγέθυνση.
Ο πρωτογενής τομέας περιλαμβάνει την γεωργία, την δασοπονία και την αλιεία
Ο δευτερογενής τομέας περιλαμβάνει τα ορυχεία, τα μεταλλεία, τα λατομεία, τις αλυκές, την μεταποίηση, την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και την διανομή νερού και φυσικού αερίου, καθώς και τις κατασκευές. 
Η μεταποίηση περιλαμβάνει 33 κλάδους. Πολλές φορές ο δευτερογενής τομέας αποκαλείται βιομηχανία, άλλες φορές οι κατασκευές, καθώς και η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και διανομής νερού και φυσικού αερίου, αναφέρονται ως δύο ξεχωριστοί τομείς. 
Ο τριτογενής τομέαςπεριλαμβάνει τις διάφορες υπηρεσίες, συνδεόμενες ή όχι με τους κλάδους παραγωγής υλικών προϊόντων. 
Η Προστιθέμενη Αξία(ΠΑ) που παράγεται από μια οικονομική οντότητα (επιχείρηση, κλάδο/τομέα, ή χώρα) ορίζεται ως η αξία του τελικού προϊόντος πλην την αξία όλων των εισροών που χρησιμοποιήθηκαν για να παραχθεί το τελικό προϊόν. Τέτοιες εισροές είναι οι πρώτες ύλες, τα ενδιάμεσα προϊόντα και οι υπηρεσίες που αγοράστηκαν από την συγκεκριμένη οικονομική οντότητα προκειμένου να παραχθεί το τελικό προϊόν.
Η Προστιθέμενη Αξία (ΠΑ) κατανέμεται 
·      ως μισθοί και ημερομίσθια και άλλες εισφορές για τους εργαζόμενους, 
·      ως καθαρό εισόδημα των επιχειρήσεων και 
·      ως αποσβέσεις παγίου κεφαλαίου. 
Όταν η ΠΑ περιλαμβάνει τις αποσβέσεις είναι Ακαθάριστη (ΑΠΑ), και όταν δεν τις περιλαμβάνει είναι Καθαρή.  

Εγχώρια Προστιθέμενη Αξία (ΕΠΑ) 
Η ΕΠΑ ορίζεται ως η ΠΑ που έχει παραχθεί με εγχώρια παραγόμενες εισροές. Για να υπολογίσουμε την ΕΠΑ απαιτείται να υπολογίσουμε το ποσοστό των εισροών που παράχθηκε εγχωρίως και χρησιμοποιήθηκε στην παραγωγή του τελικού προϊόντος ή/και του προϊόντος που πουλήθηκε.




[1]https://el.wikipedia.org/wiki/Γεώργιος_Ιβάνοφ
https://vironasipolimas.blogspot.gr/2017/02/blog-post_3.html
Η απόφαση του γερμανικού στρατοδικείου ανέφερε: «Δι’ αποφάσεως του παρά τω Γερμανώ Στρατιωτικώ Διοικητή της Νοτίου Ελλάδος Στρατοδικείου, καταδικάστηκαν την 5ην Φεβρουαρίου 1943 εν συνεδριάσει διεξαχθείσης παρουσία ολοκλήρου του προσωπικού ενός γερμανικού στρατιωτικού εργοστασίου εν Αθήναις, εις θάνατον, Έλληνες εργάται λόγω σαμποτάζ βαρείας μορφής επί αεροπορικών κινητήρων».
[2]Μορτή ή μουρτή: Το συμφωνημένο μερίδιο που δίνει ο καλλιεργητής στον ιδιοκτήτη του, από την ετήσια παραγωγή ενός κτήματος.
[3]Έμποροι, τραπεζίτες, εφοπλιστές
Όταν ο βρετανικός αποκλεισμός των γαλλικών λιμανιών, κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης και των Ναπολεόντειων Πολέμων (1793-1815), είχε ως αποτέλεσμα να εκδιωχθούν τα γαλλικά πλοία από τη Μεσόγειο, εξαφανίστηκε από το προσκήνιο ο πιο σημαντικός ανταγωνιστής των Ελλήνων στη Δυτική Ευρώπη. Ως αποτέλεσμα τα ελληνόκτητα πλοία ανέλαβαν νέους ρόλους (μεταξύ των οποίων, η παραβίαση του αποκλεισμού και η περιστασιακή πειρατεία) και αποκόμισαν τεράστια κέρδη.
[4]Ενώ στη φεουδαρχική μεσαιωνική και μετέπειτα βιομηχανική Δύση τα έθνη δημιουργήθηκαν μετά την συγκρότηση των αστικών κρατών ως αποτέλεσμα του διαφωτισμού, το ελληνικό έθνος ήδη υπάρχει από το τους ύστερους Ομηρικούς χρόνους ως αποτέλεσμα της δημοκρατίας των πόλεων, όπως άλλωστε και το εβραϊκό ή και το κινεζικό έθνος.  Στην φεουδαρχική δύση όταν ρωτούσες τον δουλοπάροικο που ανήκε σου απαντούσε ότι ανήκε στον τάδε άρχοντα.
Ακόμα και ο Βυζαντινός πολιτισμός ήταν συνέχεια του ελληνικού πολιτισμού και ουδεμία σχέση είχε με τον μεσαίωνα της δύσης.
Steven Runcimen Βυζαντινός Πολιτισμός (1933) -Εκδ. Μεταίχμιο 2016
Η υποχρέωση του αυτοκράτορα να σέβεται τους νόμους του «ρωμαϊκού λαού» θεωρούνταν δεδομένη και πάντα, έστω και σε λανθάνουσα μορφή, υπήρχε η αντίληψη ότι πηγή της εξουσίας ήταν ο λαός, του οποίου εντολοδόχος ήταν, κατά μία έννοια, ο αυτοκράτορας.
Τυπικά, άλλωστε, ο αυτοκράτορας «εκλεγόταν».
«Εκλέκτορες» του αυτοκράτορα ήταν η σύγκλητος, ο στρατός και ο λαός της Κωνσταντινούπολης. Ο αυτοκράτορας έπρεπε πρώτα να εξασφαλίσει τη δια βοής επιδοκιμασία αυτών των τριών «σωμάτων» και έπειτα να ακολουθήσει το τελετουργικό της στέψης.
Η εκπαίδευση, η θρησκεία, καθετί σχετικό με το εμπόριο και την οικονομία, όλα βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του κράτους.
Τα ιδεώδη της βυζαντινής διοίκησης θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ακόμα και «σοσιαλιστικά». Όλοι οι κάτοικοι της Αυτοκρατορίας όφειλαν να τηρούν τις υποχρεώσεις τους απέναντι στο κράτος, να είναι «καλοί πολίτες». Θεμέλιο της κοινωνίας θεωρούνταν η απόλυτη πίστη στο κράτος (κεφαλή και σύμβολο του οποίου ήταν ο αυτοκράτορας), καθώς και στους νόμους οι οποίοι ρύθμιζαν τη λειτουργία του. Αυτή η απόλυτη πίστη στον ρόλο του κράτους και της θρησκείας ήταν άλλωστε, και ένας από τους βασικούς λόγους που επέτρεψαν τη μακροημέρευση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Καθ' όλη τη διάρκεια του 10ου αιώνα οι αυτοκράτορες φρόντιζαν να περιορίζουν με νόμους τη δυνατότητα των μεγαλογαιοκτημόνων να αγοράζουν τη γη των φτωχών αγροτών.
Ανώτατος δικαστής ήταν ο ίδιος ο αυτοκράτορας, στον οποίο και μπορούσε να προσφύγει, σε τελική ανάλυση, ο πολίτης.
[5]Γ. Δ. Δερτιλής: «Ιστορία του Ελληνικού Κράτους 1830-1920» Πανεπιστ. Εκδόσεις Κρήτης 2015 &
Γ. Δ. Δερτιλής"Επτά Πόλεμοι, Τέσσερις Εμφύλιοι, Επτά Πτωχεύσεις"  Εκδ. Πόλις 2016
[6]Θανάσης Αθανασόπουλος -Καλόμαλος  "Περί Ελλάδος και ΕλλήνωνΕναλλακτικές Εκδ. 2006 «Στην αρχαία Ελλάδα από το 900 π.Χ. τουλάχιστον και δώθε ο κυρίαρχος τρόπος παραγωγής ήταν ο Μικροιδιοκτητικός Τρόπος Παραγωγής. Αυτός ο τρόπος παραγωγής και οι κοινωνικές τάξεις που τον επανδρώναν (μικροϊδιοκτήτες, αγρότες, μικροαστοί) «γέννησαν» το πολιτικό εποικοδόμημα και την παιδεία, που τους «αντιστοιχούσαν» διαρθρωτικά, δηλαδή την ελευθερία, την ισονομία, την δημοκρατία, την πατρίδα και τον πατριωτισμό, τη συζήτηση, την επιχειρηματολογία, την έρευνα, την ιστοριογραφία, τη φιλοσοφία, τα μαθηματικά κ.ο.κ»
[7]Ο Τζον Μακ Δούαλ απόκτησε και την Ελληνική υπηκοότητα.
Το 1868 ήταν καθοριστικό για την μετέπειτα πορεία του.  Το χρόνο αυτό αντιμετώπισε  οικονομικές δυσκολίες το πανίσχυρο μηχανουργείο Βασιλειάδη, το οποίο μεταφέρθηκε στη Δραπετσώνα.
Ο Μάκ Δούαλ το θεώρησε  ευκαιρία και ίδρυσε το δικό του μηχανουργείο – εργοστάσιο στον Πειραιά.
Στο μηχανουργείο – εργοστάσιο του Μακ Δούαλ εργάζονταν περίπου 420 εργάτες και τεχνίτες υπό την αυστηρή και καθοριστική επίβλεψή του, αριθμός τεράστιος για την βιομηχανική πραγματικότητα της χώρας, όχι μόνο την εποχή αυτή αλλά και μέχρι σήμερα.
 Στο μηχανουργείο – εργοστάσιο κατασκευάζονταν μικροί και μεγάλοι ατμόμυλοι καθώς και άλλα σημαντικά για την χώρα βιομηχανικά δημιουργήματα, καθοριστικά για την είσοδό της στην βιομηχανική εποχή.
Μερικά από τα σπουδαιότατα δημιουργήματά του είναι οι ατμόμυλοι του Αρ. Παπαγεωργόπουλου (πρώην Γαρουφαλή) στον Πειραιά και Βασ. Καράμπελα στην Πάτρα αξίας 300,000 δραχμών (επενδύσεις τεράστιες για την εποχή) ο καθένας. Ακόμη ο τεράστιος ατμόμυλος κληρονόμων του Γκιριτλί Μουσταφά Πασά στην Κωνσταντινούπολη, με την τεράστια μηχανή των 300 ίππων με δύο χαλύβδινους λέβητες και με δέκα ζεύγη μυλόλιθων. Επίσης ο εξίσου μεγάλος ατμόμυλος του Άγγλου Πάττερσον στην Σμύρνη, είναι δημιούργημα του μηχανουργείου Μακ Δούαλ.
Το εργοστάσιο Μακ Δούαλ παρήγαγε σπουδαιότατα μηχανήματα με τα οποία εφοδίασε τόσο την αγορά της χώρας όσο και τις αγορές του εξωτερικού όπως, ελαιουργικές μηχανές, υδραυλικές μηχανές έως και 300 τόνων, κλωστικές μηχανές, νηματουργικές και άλλες, υποστηρίζοντας σε εθνικό πλέον επίπεδο την βιομηχανική ανάπτυξη της χώρας. Για το έργο αυτό τιμήθηκε με πληθώρα διακρίσεων, επαίνων και παρασήμων από το Ελληνικό Κράτος.
[8]Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ  ΣΤΟΝ  ΠΕΙΡΑΙΑ http://www.koutouzis.gr/viomixanies.htm
[9]Χρήστος Χατζηιωσήφ «Η γηραιά σελήνη η βιομηχανία στην ελληνική οικονομία 1830-1940» εκδ. Θεμέλιο
[10]Ο πρώτος διδάξας είναι ο Α. Διαμαντίδης του Βασιλειάδη το 1884.
Οι Νικ. Αργυρίου και οι αδελφοί Κούπα ιδρύουν δικές τους κατασκευαστικές επιχειρήσεις στις αρχές του 1880. Ο ένας αδελφός Κούπα, απόφοιτος του ελληνικού Πολυτεχνείου με εξαετή εμπειρία στην Αγγλία, είναι παλιός μηχανικός της εταιρίας του Λαυρίου.
Ο παλιός εργοδηγός του ΜακΔούαλ Γ. Μαρινάκης αυτονομείται με τη σειρά του το 1889. Πρακτικός μηχανικός που μαθήτευσε στο Βασιλειάδη είναι και ο Ι. Δρίτσας, που συνεταιρίζεται ως ανεξάρτητος πια επιχειρηματίας με τον Πειθή το 1897. Σε αυτούς πρέπει να προσθέσουμε τον Κριτζέλη, τον Μιχ. Φιλιακό και τον Στ. Περάκη.
[11]Χριστίνα Αγριαντώνη «Οι απαρχές της εκβιομηχάνισης στην Ελλάδα τον 19ο αιώνα» εκδ Κατάρτι 2010. Ο μόνος τρόπος επιβίωσης για τα μηχανουργεία, ήταν να διαφοροποιήσουν την παραγωγή τους στο έπακρο, να κάνουν δηλαδή λίγο από όλα. Και πράγματι, κατασκευάζουν κάθε είδους αντικείμενα κατά παραγγελία (sur mesure) για τα εργοστάσια, τις οικοδομές, τα καράβια, ίσως και για τα δημόσια έργα, ή εκτελούν συγκεκριμένες και περιορισμένες παραγγελίες του δημοσίου. Κάποιες τάσεις εξειδίκευσης που συναντάμε δεν έχουν μεγάλη εμβέλεια και πάντως αφορούν συνήθως σύνθετα τελικά προϊόντα.
[12]Αυτό οφείλεται κυρίως στον τρόπο κατασκευής του δικτύου και στην προέλευση των υλικών κατασκευής και του τροχαίου υλικού. 
Σε αντίθεση με τις περισσότερες χώρες της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης, η κατασκευή του δικτύου δεν μπορούσε να αναπτύξει μια οικονομία που δεν διέθετε επάρκεια σιδήρου και άνθρακα, που δεν είχε βιομηχανίες ικανές να προμηθεύσουν σιδηροτροχιές ούτε βεβαίως τροχαίο υλικό, που δεν διέθετε ούτε καν το πλήθος των μηχανικών τους οποίους απαιτούσε η κατασκευή του.
Οι ξύλινες τραβέρσες που συνέδεαν μεταξύ τους τις σιδηροτροχιές έπρεπε να εισαχθούν από την αλλοδαπή, και ας περνούσαν μέσα από δάση, επειδή δεν υπήρχε ούτε η βιομηχανία επεξεργασίας ξυλείας ούτε η σχετική τεχνογνωσία.
[13]Μαργαρίτα Πουρνάρα: Από τη Ζυρίχη στην Ελευσίνα http://www.kathimerini.gr/876974/article/politismos/eikastika/apo-th-zyrixh-sthn-eleysina
[14]Χρήστος Χατζηιωσήφ «Η γηραιά σελήνη η βιομηχανία στην ελληνική οικονομία 1830-1940» εκδ. Θεμέλιο σελ. 282
[15]Ευγενία Κρεμμυδά Μια Ιστορία για τα Ελληνικά Μηχανήματα του Μηχανουργείου Κούππα. εκδ Gutenberg 2015.
[16]Στο ίδιο σελ 155
[17]Το 1871 ιδρύεται, ακολουθώντας το λαμπρό υπόδειγμα του Credit Mobilier, η Γενική Πιστωτική Τράπεζαη οποία εμφανιζόταν για αρκετόν καιρό μετά το 1873 ως δυνάμει «βιομηχανική τράπεζα. 
Το ίδιο ισχύει και για την Τράπεζα Βιομηχανικής Πίστεωςπου ιδρύεται το 1873.
Το ίδιο ισχύει και για την Τράπεζα Ηπειροθεσσαλίαςπου ιδρύεται το 1882.
Ακόμη απειλητικότερη και πολύ αποτελεσματικότερηήταν η Τράπεζα Αθηνώνπου ιδρύθηκε το 1902.
Ο στρατηγικός στόχος όλων των δήθεν βιομηχανικών τραπεζών που δημιουργήθηκαν την εποχή αυτή, δεν ήταν όμως να κατακλύσουν την ελληνική αγορά με βιομηχανικά δάνεια και να μετατρέψουν την Ελλάδα στο Ρουρ των Βαλκανίων, αλλά να ιδρύσουν τράπεζες, οι οποίες θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν τις άλλες επιχειρήσεις των ιδρυτών τους, μεταξύ των οποίων θα υπήρχαν και ενδεχομένως, και ολίγες βιομηχανικές.
[18]Αντίθετα η ιστορία των δυτικο-ευρωπαϊκών χωρών και οι πρώιμες φάσεις της εκβιομηχάνισης, δείχνει ότι οι μικρές επιχειρήσεις και οι νεότεροι επιχειρηματίες, υπερείχαν σε επιχειρηματικό πνεύμα από τις μεγάλες και παλαιές βιομηχανίες και συνεισέφεραν μεγάλες και μικρές εφευρέσεις και καινοτομίες που προήγαγαν πολύ την τεχνογνωσία.
[19]William H. McNeill:Η Μεταμόρφωση της Ελλάδας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο εκδ. Παπαδόπουλος 2017. «Η διεύρυνση αυτή των εισοδημάτων ήταν πρωτίστως απόρροια της ύπαρξης αμέτρητων μικρών ατομικών επιχειρήσεων που άρπαζαν κάθε νέα ευκαιρία και την αξιοποιούσαν στο έπακρο. Ο τομέας που επεκτάθηκε πιο γρήγορα ήταν αυτός της μεταποίησης: όμωςο μέσος όρος των υπαλλήλων ανά μονάδα μεταποίησης δεν ξεπερνούσε τα τέσσερα άτομα. Με άλλα λόγια επικρατούσαν οι οικογενειακές επιχειρήσεις, τόσο στη μεταποίηση όσο και στη παροχή υπηρεσιών και στις αγροτικές εργασίες.»
[20]Tony JudtH Ευρώπη μετά τον πόλεμοεκδ. Αλεξάνδρεια 2102, σελ. 510, 528.
[21]Κωνσταντίνος Γάτσιος:  Ποια Ανάπτυξη;
http://endogenis.blogspot.gr/2016/05/blog-post.html 
«Η συνεχής αύξηση του ΑΕΠ, ιδιαίτερα την δεκαετία της ΟΝΕ, συνιστούσε «ανάπτυξη»; Η απάντηση είναι πως δεν συνιστούσε «ανάπτυξη», ούτε σύγκλιση με την Ευρώπη, αλλά «παραίσθηση ανάπτυξης» και απόκλιση από την Ευρώπη.»
[22]ΙΟ: «Ο τομέας μεταποίησης στην Ελλάδα: Τάσεις και προοπτικές.» Μάϊος 2017 σελ. 17 http://iobe.gr/docs/research/RES_05_F_06062017_REP_GR.pdf 
[23]http://ependisinews.gr/blog/oikonomia/pente-theseis-kato-i-antagonistikotita-tis-ellinikis-oikonomias
[24]https://www.thepressproject.gr/article/101744/ELSTAT-Se-spitia-xoris-kanenan-ergazomeno-230000-paidia
[25]ΣΕΒ Μελέτη Φεβρουάριος 2018 «Οι μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις στην Ελλάδα» http://www.sev.org.gr/uploads/Documents/50669/SMEs_partA.PDF
[26]Θεμιστοκλής Ξανθόπουλος «Ρέκβιεμ Με Κρεσέντο-Homo Sapiens ο τελευταίος του γένους των Ανθρώπων;» εκδ. ΕΜΠ 2017
[27]Πλούτος = Ιδιόκτητη περιουσία (ακίνητη + κινητή) - χρέη.
[28]σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της εταιρείας χρηματοοικονομικών συμβούλων Boston Consulting Group.
[29]ΕΚΤ: Χάθηκε το 40% του πλούτου των Ελλήνων μέσα την κρίση http://www.fortunegreece.com/article/ekt-chathike-to-40-tou-ploutou-ton-ellinon-mesa-tin-krisi/
[30]Θεμιστοκλής Ξανθόπουλος«Ρέκβιεμ Με Κρεσέντο - Homo Sapiens Ο τελευταίος του γένους των Ανθρώπων;» εκδ ΕΜΠ 2017
[31]http://www.capital.gr/Content/RelatedFiles/07/079b2671f5304f3a826c452e7c670769.pdf
[32]http://www.liaison.uoc.gr/documents/articles/pros_oikonomia_tis_gnosis.pdf
[33]Smith Adam, Wealth of Nations , Edinburg 1806, vol. 2 «… η ποσότητα του νομίσματος σε κάθε χώρα ρυθμίζεται με την αξία των προϊόντων που  προορίζονται να κυκλοφορούν με αυτό…»
[34]Νίκος Σμυρναίος Digital Labor: Η φάμπρικα του 21ου αιώνα; https://www.thepressproject.gr/article/112769/Digital-Labor-Oligopolio-ergasia-kai-ekmetalleusi-sto-diadiktuo
[35]Χρήστος ΧατζηιωσήφΗ Ευρωπαϊκή Ενοποίηση η Γερμανία και η επιστροφή των εθνικισμών εκδ. Βιβλιόραμα 2017
[36]Η λέξη Βιομηχανία  χρησιμοποιείται πλέον με την ευρεία έννοια όχι πλέον ως μεταποίηση, αλλά ως παραγωγή υλικών και άυλων προϊόντων και πάσης φύσεως υπηρεσιών.
[37]Όπως επισημάνθηκε στην ενότητα 3.1, το Ίντερνετ των πραγμάτων The internet of Things (IoT) είναι ελαφρώς διαφορετικό, αλλά εξακολουθεί να αποτελεί μέρος της "οικογένειας" των εννοιών στις οποίες ανήκει η βιομηχανία 4.0. Η βασική ιδέα του Ίντερνετ των πραγμάτων (IoT) είναι ότι "όλα πρέπει να μιλάνε με οτιδήποτε άλλο". Αυτά τα ομιλητικά "πράγματα" περιλαμβάνουν αισθητήρες, καταναλωτικές συσκευές, συστήματα αυτοματισμού σπιτιού και ακόμη και συνδεδεμένα οχήματα. Αυτό δείχνει ότι το IoT αφορά κυρίως τη σχέση μεταξύ των υπηρεσιών / προϊόντων και των πελατών του.
[38]Indusrty 4.0 Study for the ITRE Committee 2016 Policy Department.  The Committee on Industry, Research and Energy (ITRE) is a committee of the European Parliament. Its areas of responsibility relate to industry, especially technology-intensive manufacturing, information technology, and telecommunicationshttp://www.europarl.europa.eu/RegData/etudes/STUD/2016/570007/IPOL_STU(2016)570007_EN.pdf
[39]Η λέξη industry  χρησιμοποιείται πλέον με την ευρεία έννοια και όχι πλέον ως παραγωγή -manufacturing  αλλά ως παραγωγή υλικών και άυλων προϊόντων και πάσης φύσεως υπηρεσιών.
[40]«Το μέλλον της Γερμανίας ως τόπου παραγωγής. Προτάσεις για την υλοποίηση του προγράμματος του μέλλοντος Industrie 4.0».«Οι επιχειρήσεις θα δικτυώσουν σε παγκόσμια κλίμακα τα μηχανήματά τους, τα αποθέματα πρώτων υλών και ετοίμων προϊόντων με τα άλλα μέσα της λειτουργίας τους ως κυβερνο-φυσικών συστημάτων (cyber-physical systems)....» 
[41]Η απειλή για την προεξάρχουσα θέση της Γερμανίας έχει διττή προέλευση: 
  • από τα κάτω, από την πλευρά των ασιατικών χωρών με τη φτηνότερη, αλλά και χαμηλότερης -προς το παρόν- τεχνολογικής στάθμης, παραγωγή·
  • από τα πάνω, από τις ΗΠΑ «που αντιμετωπίζουν την αποβιομηχάνιση τους με προγράμματα προώθησης του "advanced manufacturing"».
Στις αντιθέσεις ανάμεσα στα δύο οικονομικά και πολιτικά συστήματα (ΗΠΑ και Γερμανία) θα πρέπει να προσθέσουμε και τη διαφορετική μεθόδευση που ακολουθούν στην πορεία προς την τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση.
Ο στόχος και των δύο είναι βέβαια ο ίδιος: η κυριαρχία στην παγκόσμια αγορά.
Στην Γερμανία αυτό επιδιώκεται με αφετηρία τον μηχανολογικό εξοπλισμό της παραγωγής και από εκεί, μέσω των ολοκληρωμένων πληροφορικών συστημάτων, γίνεται προσπάθεια να επεκταθεί ο έλεγχος προς δύο κατευθύνσεις: προς την κατεύθυνση του τελικού καταναλωτή και προς εκείνη των προμηθευτών πρώτων υλών και ενδιαμέσων προϊόντων. 
Και στις ΗΠΑ υπάρχουν μεγάλες εταιρίες που ακολουθούν αυτήν την προσέγγιση, όπως η General ElectricΑυτό όμως που ανησυχεί τους Γερμανούς ιθύνοντες είναι η αντίστροφη πορεία που ακολουθούν οι εταιρείες της Σίλικον Βάλεϊ, οι οποίες ξεκινούν από τον καταναλωτή και, μέσω των πληροφοριακών συστημάτων και των big data,  προσπαθούν να ελέγξουν την παροχή των υπηρεσιών, καθώς και την κατασκευή και τη λειτουργία των διαρκών καταναλωτικών αγαθών (Google, Microsoft, Amazon, Airbnb, Uber).
[42]Γιώργος Μητακίδης: Η Νέα Βιομηχανική Επανάσταση. http://endogenis.blogspot.gr/2018/02/blog-post.html
[43]Ένα "νομοσχέδιο δικαιωμάτων βιομηχανίας 4.0"; "Δικτυακός τόπος για τα δικαιώματα των δικαιωμάτων"
 Οι άνθρωποι έχουν δικαίωμα:
1. να κατέχουν τα δεδομένα που δημιουργούν (ή τα "πράγματα" τους).
2. να κατέχουν τα δεδομένα που δημιουργεί κάποιος άλλος σχετικά με αυτά.
3. της πρόσβασης σε δεδομένα που συλλέγονται από δημόσιο χώρο.
4. της πρόσβασης σε δεδομένα σε πλήρη ανάλυση σε πραγματικό χρόνο.
5. της πρόσβασης στα δεδομένα τους σε τυποποιημένη μορφή.
6. να διαγράψουν ή να δημιουργήσουν αντίγραφα ασφαλείας των δεδομένων τους.
7. να χρησιμοποιούν και να μοιράζονται τα δεδομένα τους, όσο θέλουν.
8. να διατηρούν τα προσωπικά τους δεδομένα.
[44]Meier, Gerald, M. (1989) "Leading Issues in Economic Development", New York, Oxford University Press, σ. 6.
-->

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Προσθέστε τα σχόλια σας:

Ευρετήριο: Όλες οι αναρτήσεις του blog με προεπισκόπηση στο άγγιγμα της εικόνας